Το άστρο των Χριστουγέννων (ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ - ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ) ΝΕΟ ΑΣΤΡΟ

     Κοιτάζοντας πίσω στους αιώνες που πέρασαν από τη Γέννηση του Χριστού, δεν μπορούμε παρά να αναλογιστούμε με θαυμασμό τον τρόπο που η Γέννησή Του ανακοινώθηκε από «πλήθος στρατιάς ουρανίου» στους ταπεινούς βοσκούς και το λαό των Ιεροσολύμων με την άφιξη των σοφών Μάγων της Ανατολής. Με οδηγό τους το φως «αστέρος ον είδον εν τη Ανατολή», διέσχισαν ερήμους και όρη για να προσκυνήσουν  το «άγνωστον παιδίον».  Τι ήταν όμως αυτό το φως που οδήγησε τους Μάγους μακριά από τη χώρα τους;  Τι είδους άστρο τους καθοδήγησε στο μέρος όπου ήταν σπαργανωμένο το θεϊκό βρέφος της Βηθλεέμ;  Τι ήταν άραγε το μυστηριώδες και υπέροχο αυτό άστρο, του οποίου το ακτινοβόλο φως έχει φωτίσει και εμπνεύσει τους ανθρώπους εδώ και δυο χιλιάδες χρόνια;


Αν προσπαθήσουμε να συγκεντρώσουμε αποδείξεις για το Άστρο των Χριστουγέννων, θα ανακαλύψουμε ότι δεν είναι πολλές. Στην πραγματικότητα βρίσκονται σε μια και μοναδική περικοπή του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου, η οποία είναι και η μόνη βιβλική αναφορά στο Άστρο της Βηθλεέμ. Εξάλλου δεν διασώζεται από καμία άλλη πηγή κάποια σχετική πληροφορία. Το Άστρο αναφέρεται μόνο τέσσερις φορές, χωρίς να μας δίνεται όμως ούτε ο χρόνος ούτε η εποχή όπου εμφανίστηκε, αλλά ούτε και κάποια άλλη περιγραφή του.
            Για να ανακαλύψουμε λοιπόν τι ήταν το περίφημο αυτό Άστρο θα πρέπει να αναλογιστούμε τις ιδέες που είχε ο αρχαίος κόσμος για τα ουράνια σώματα και φαινόμενα.  Οι αρχαίοι μας πρόγονοι όταν απευθύνονταν στους διάφορους θεούς τους, ύψωναν τα μάτια, τα χέρια και τις σκέψεις τους στον ουρανό. Όλοι δηλαδή θεωρούσαν ότι πλησίαζαν τους θεούς με το να αναρριχώνται σε υψηλά κτίσματα  ανυψώνοντας το πρόσωπο τους στον ουρανό. Υπάρχει, φαίνεται, κάτι στα υψηλά κτίσματα και βεβαίως στον ίδιο τον ουρανό, που έλκει την πνευματική φύση του ανθρώπου. Αντικείμενα που έπεσαν από τον ουρανό διατηρήθηκαν με μεγάλη προσοχή και λατρεύτηκαν ιδιαίτερα. Ο «Μαύρος Λίθος», ένας μεγάλος μετεωρίτης στο νοτιοανατολικό τμήμα της Κάαμπα στη Μέκκα, αποτελεί αντικείμενο λατρείας των μουσουλμάνων από τον 7ο μ.Χ. αιώνα.
            Εκατομμύρια  από πέτρινες και σιδερένιες μάζες βομβαρδίζουν συνεχώς τη Γη μας από τον ουρανό και προσθέτουν καθημερινά χιλιάδες τόνους στο βάρος της. Ακόμη και τα λιλιπούτεια  και ακίνδυνα μετέωρα, που είναι αδύνατον να «επιζήσουν» και να φτάσουν στην επιφάνεια της Γης, προκαλούν πολλές φορές το θαυμασμό των παρατηρητών. Μεγάλο ενδιαφέρον προκαλούν επίσης και οι γνωστές «αστρικές βροχές». Πρόκειται πράγματι για κάτι απερίγραπτο. Στις 9 Οκτωβρίου 1948 εμφανίστηκε ένα τέτοιο φαινόμενο ως αποτέλεσμα της πτώσης αρκετών χιλιάδων μετεώρων. Ενώ το 1833 μια ακόμη πιο θεαματική «καταιγίδα» διαττόντων θεωρήθηκε από πολλούς ως η αρχή του τέλους του κόσμου.
       Το Άστρο των Χριστουγέννων ίσως να ήταν κάποιο μετέωρο. Τα μετέωρα όμως δεν είναι καθόλου σπάνιο φαινόμενο. Δεν είναι δυνατό να προκάλεσαν τέτοια έξαρση στους Μάγους ώστε να ξεκινήσουν για το μακρινό ταξίδι τους προς τη Βηθλεέμ.  Ακόμη και στην περίπτωση που είχε αναφλεγεί ένα μεγάλο «κομμάτι», όπως οι γνωστές μας «βολίδες», δεν είναι δυνατό να θεωρήσουμε ότι οι Μάγοι θα μπορούσαν να ακολουθήσουν μια τέτοια «βολίδα» ως στη Βηθλεέμ, αφού δεν διαρκεί παρά μόλις μερικά δευτερόλεπτα. Μια άλλη πιθανότητα είναι αυτή του κομήτη.  Ο Ωριγένης, τον 3ο μ.Χ. αιώνα, γράφει τα εξής: «Έχω τη γνώμη ότι το άστρο που εμφανίστηκε στους σοφούς της Ανατολής ήταν ένα από εκείνα τα φωτεινά σώματα που εμφανίζονται στον ουρανό και  οι Έλληνες τα ξεχωρίζουν δίδοντάς τους ονομασίες ανάλογα με τη μορφή και το σχήμα τους, όπως κομήτες, φωτεινές δοκοί, θύσανοι, άστρα με ουρά, καράβια κ.λπ.». Ένας αστρονόμος παρομοίασε τους κομήτες με γιγάντια βρώμικα παγόβουνα, γιατί ο πυρήνας των κομητών αποτελείται από παγωμένα αέρια αναμεμιγμένα με μέταλλα και σκόνη.  Καθώς πλησιάζουν προς τον Ήλιο τα παγωμένα αέρια εξατμίζονται εξ αιτίας της θερμότητάς του και αποχωρίζονται από την «κεφαλή» του κομήτη, λόγω της πίεσης που ασκεί η ακτινοβολία  του Ήλιου στο κενό του Διαστήματος.  Εντούτοις δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι το Άστρο των Χριστουγέννων ήταν κομήτης, αφ’ ενός  γιατί θα τον έβλεπαν όλοι και αφ’ ετέρου γιατί οι αρχαίοι λαοί θεωρούσαν τους κομήτες προάγγελους δυσάρεστων γεγονότων και καταστροφών. Όταν, λόγου χάριν, ο Ιούλιος Καίσαρας δολοφονήθηκε το 44 π.Χ., εμφανίστηκε ένας πολύ φωτεινός κομήτης. Κομήτης επίσης το 11 π.Χ. συνδέθηκε με το θάνατο του Αγρίππα όπως και το 14 μ.Χ. με το θάνατο του Καίσαρα Αυγούστου. Ο δε κομήτης του Χάλευ ακόμη και στην προτελευταία του εμφάνιση, τον Μάϊο του 1910, προκάλεσε τρομερούς φόβους και δεισιδαίμονες προφητείες.
            Μήπως το Άστρο ήταν άραγε κάποιος νόβα, κάποιο «καινοφανές» άστρο;  Πότε πότε φαίνεται ότι κάποιο νέο άστρο προστίθεται στον ουρανό. Το φαινόμενο αυτό συμβαίνει καθώς τα άστρα γερνούν, γίνονται ασταθή στις θερμοπυρηνικές τους αντιδράσεις και έρχεται μια στιγμή όπου αποβάλλουν με μία ή περισσότερες εκρήξεις μερικά από τα εξωτερικά στρώματα αερίων και παρουσιάζονται έτσι λαμπρότερα από πριν.  Μερικές φορές, άστρα με αμυδρό φως, και γι’ αυτό αδύνατο να τα διακρίνει κανείς με γυμνό μάτι, όταν μετατραπούν σε νόβα γίνονται ορατά.
            Με αυτό τον τρόπο φαίνεται ότι ξαφνικά ένα νέο, «καινοφανές» άστρο δημιουργείται στον ουρανό. Το Άστρο των Χριστουγέννων όμως μάλλον δεν θα πρέπει να ήταν νόβα ή σουπερνόβα, γιατί θα το έβλεπαν  όλοι, ενώ το Αστρο της Βηθλεέμ το παρατήρησαν  μόνον οι Μάγοι.
            Μερικές φορές κάποιος από τους πλανήτες λάμπει με ιδιαίτερη φωτεινότητα αποσπώντας την προσοχή μας. Η Αφροδίτη, λόγου χάριν, όταν εμφανίζεται ως Αυγερινός ή ως Αποσπερίτης λάμπει περισσότερο από κάθε άλλο ουράνιο σώμα (εκτός φυσικά από την Σελήνη και τον Ήλιο).
            Πολλοί μάλιστα, ακόμη και στη σημερινή διαστημική εποχή, πολλές φορές εκλαμβάνουν τον πλανήτη αυτό ως εξωγήινο ιπτάμενο δίσκο. Κάτι τέτοιο έγινε στα μέσα του περασμένου μήνα, όταν η Αφροδίτη επί ημέρες προβλημάτιζε τους κατοίκους διαφόρων περιοχών της Ελλάδας για το αν ήταν UFO!  Παλαιότερα μάλιστα ένα πολεμικό πλοίο άνοιξε πυρ εναντίον της, πριν καταλάβουν περί τίνος επρόκειτο. Μήπως λοιπόν ήταν η Αφροδίτη ή κάποιος άλλος πλανήτης το μυστηριώδες άστρο που αναζητούμε; Κάτι τέτοιο όμως δεν είναι καθόλου πιθανό. Οι άνθρωποι της εποχής εκείνης γνώριζαν αρκετά καλά τα άστρα και τους πλανήτες. Και το περιπλανώμενο αυτό άστρο, η Αφροδίτη, ήταν ένα συνηθισμένο ουράνιο θέαμα, αφού παρουσιαζόταν «κανονικά» στον ουράνιο θόλο. Ήταν γνωστή και ορατή από όλους.

Η  θεωρία  του Κέπλερ

            Ο φημισμένος αστρολόγος του 17ου αιώνα, Γιόχαν Κέπλερ, δημιούργησε το 1614 ένα βιβλίο με το δικό του υπολογισμό του χρόνου της Γέννησης του Χριστού, στο οποίο γράφει τα εξής: «Το άστρο αυτό (της Βηθλεέμ) δεν ήταν συνήθης κομήτης ή ένα κοινό άστρο, αφού με ιδιαίτερα θαυμαστό τρόπο κινούνταν στο κατώτερο στρώμα της ατμόσφαιρας για να οδηγήσει τους Μάγους από τη Χαλδαία στη Βηθλεέμ». Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Κέπλερ, η γέννηση του Χριστού τοποθετείται στο έτος 6 π.Χ. Οι πλανήτες Δίας και Κρόνος στη διάρκεια του 7 π.Χ. έτους έλαβαν μέρος σε τριπλή ή μεγαλύτερη  συζυγία.  Προσπέρασαν ο ένας τον άλλο στις 27 Μαΐου, στις 5 Οκτωβρίου και στην 1η Δεκεμβρίου. Κάτι που συνήθως συμβαίνει μια φορά κάθε είκοσι χρόνια, κατά παράξενο για τους Μάγους τρόπο συνέβη τρεις φορές σε λιγότερο από ένα χρόνο.
            Οι πλανήτες στις κανονικές τους κινήσεις γύρω από τον Ήλιο, φαίνονται να κινούνται στον ουρανό από τη δύση στην ανατολή. Οι πλανήτες που βρίσκονται πλησιέστερα στον Ήλιο, φαίνονται ότι κινούνται ταχύτερα, ενώ οι πιο απομακρυσμένοι αργότερα. Με αυτό τον τρόπο, ένας πλανήτης είναι δυνατό να φτάσει και να προσπεράσει κάποιον άλλον.
            Το προσπέρασμα αυτό το ονομάζουμε σύνοδο ή συζυγία των δύο πλανητών. Δεν είναι μάλιστα καθόλου παράξενο, να δει κάποιος έναν πλανήτη να σταματά την κανονική του πορεία και να οπισθοδρομεί προς την δύση.  Αυτή η κίνηση παραξένευε και προβλημάτιζε τους αρχαίους. Σήμερα όμως ξέρουμε, ότι οι πλανήτες στην πραγματικότητα δεν αλλάζουν κατεύθυνση ποτέ.  Αυτό που συμβαίνει είναι ότι καθώς περιφέρεται η Γη γύρω από τον Ήλιο, έρχεται πολλές φορές στη θέση να προσπεράσει έναν από τους εξωτερικούς πλανήτες και τότε ο πλανήτης αυτός φαίνεται να κινείται προς τα πίσω, όπως όταν ένα αυτοκίνητο προσπεράσει κάποιο άλλο.
            Οι πλανήτες όμως δεν σταματούν ποτέ την κίνησή τους. Τέτοια φαινόμενα όμως δεν είναι σπάνια, όπως δείχνουν όσα συνέβησαν μερικά χρόνια αργότερα στην διάρκεια των ετών 3 και 2 π.Χ.
            Στις 19 Μαΐου του 3 π.Χ. βλέπουμε τον Ερμή να προσπερνάει τον Κρόνο, ερχόμενοι πάρα πολύ κοντά. Στις 12 Ιουνίου είναι η σειρά της Αφροδίτης να προσπεράσει τον Κρόνο, σε ακόμη μικρότερη απόσταση. Στις 12 Αυγούστου έχουμε ένα ακόμη πιο θεαματικό προσπέρασμα δύο πλανητών. Αυτή τη φορά πρόκειται για τους πλανήτες Δία και Αφροδίτη, σε απόσταση ενός δεκάτου της μοίρας ο ένας από τον άλλο. Η συζυγία αυτή συνέβη στον αστερισμό του Λέοντα, που περιλαμβάνει ένα από τα λαμπρότερα αστέρια του ουρανό, τον Βασιλίσκο. Δύο εβδομάδες αργότερα η Αφροδίτη ήρθε σε σύνοδο με τον Ερμή, ενώ ο Δίας πλησίαζε τον Βασιλίσκο τον οποίο προσπέρασε στις 14 Σεπτεμβρίου. Καθώς λοιπόν περνούσε ο καιρός, ο Δίας φάνηκε πως για λίγο κοντοστάθηκε και άρχισε να γυρίζει πάλι προς τα πίσω, όπως είχε κάνει νωρίτερα. Έτσι ο Δίας ξεπέρασε τον Βασιλίσκο για δεύτερη φορά, στις 17 Φεβρουαρίου του 2 π.Χ.  Με την πάροδο του χρόνου, ο Δίας ξανάρχισε την κανονική του πορεία προς την Ανατολή και ξαναπέρασε το Βασιλίσκο για τρίτη φορά στις 8 Μαϊου του 2 π.Χ.
            Αυτού του είδους οι τριπλές σύνοδοι, παρ’ όλο που θεωρούνται σημαντικές από τους αστρολόγους, δεν είναι ούτε σπάνιες, αφού συμβαίνουν μία φορά περίπου κάθε 40 χρόνια, ούτε μπορούν να επηρεάσουν γεγονότα στη Γη ή οπουδήποτε αλλού. Είναι απλά, και σήμερα εξηγήσιμα ουράνια φαινόμενα, τα οποία φαίνεται ότι συμβαίνουν απλώς γιατί εμείς τα παρατηρούμε από το κινούμενο διαστημόπλοιό μας που ονομάζουμε Γη, ταξιδιώτες και εμείς στο αέναο ταξίδι γύρω από τον Ήλιο, όπως άλλωστε και όλοι οι άλλοι πλανήτες. Καταλήγουμε λοιπόν στο συμπέρασμα, ότι το Άστρο της Βηθλεέμ δεν θα μπορούσε να ήταν ούτε κάποια πολλαπλή σύνοδος των πλανητών μεταξύ τους ή με κάποιο άστρο, γιατί τέτοιες σύνοδοι συμβαίνουν συχνά.

Ο χρόνος της Γέννησης

            Στην προσπάθεια που κάναμε μέχρι τώρα για να εντοπίσουμε τι ακριβώς ήταν το Άστρο των Χριστουγέννων, είδαμε ότι δεν θα μπορούσε να ήταν μετέωρο, νόβα ή σουπερνόβα, κάποιος κομήτης ή μεμονωμένος πλανήτης ή ακόμη και κάποια μεγάλη σύνοδος ή συζυγία πλανητών. Και όχι μόνον αυτό!  Όπως φαίνεται από τις νεότερες ιστορικοαστρονομικές έρευνες, όχι μόνο δεν γνωρίζουμε τι ακριβώς ήταν το περίφημο αυτό άστρο, αλλά δεν γνωρίζουμε επακριβώς ούτε τον χρόνο της γέννησης του Χριστού.
            Δυστυχώς οι ευαγγελιστές δεν μας αναφέρουν τον ακριβή χρόνο της γέννησης. Εξάλλου το ημερολόγιο που χρησιμοποιούσαν την εποχή εκείνη ήταν διαφορετικό από το σημερινό.
            Καταρχάς η σημερινή χρονολόγηση υπολογίστηκε με βάση τη γέννηση του Χριστού μόλις τον 6ο μ.Χ.  αιώνα από το Σκύθη μοναχό Διονύσιο τον Μικρό, Η χρονολόγηση που επικρατούσε μέχρι τότε ήταν «από κτίσεως Ρώμης» ή με βάση τις Ολυμπιάδες. Ο Διονύσιος όμως δεν είχε τα στοιχεία που βρέθηκαν αργότερα, και έτσι προσδιόρισε, δυστυχώς εσφαλμένα, ότι η Γέννηση του Ιησού Χριστού έγινε στις 25 Δεκεμβρίου του 754 α.κ.P. και ονόμασε το έτος αυτό «Primo Anno Domini», πρώτο έτος του Κυρίου. Πού βρίσκεται λοιπόν το μπέρδεμα; Ο ευαγγελιστής Ματθαίος μάς αναφέρει ότι ο Ιησούς γεννήθηκε «εν ημέραις Ηρώδου του βασιλέως», γεγονός που σημαίνει ότι ο Ηρώδης ήταν ακόμη ζωντανός.  Για τον βασιλιά αυτόν, ο Ιουδαίος ιστορικός του 1ου μ.Χ. αιώνα, Φλάβιος Ιώσηπος, μας αναφέρει ότι πέθανε λίγο πριν από το Εβραϊκό Πάσχα και λίγο μετά από μια έκλειψη της Σελήνης.  Με τη βοήθεια του Πλανηταρίου μπορούμε εύκολα να προσδιορίσουμε ότι σεληνιακές εκλείψεις, που ήταν ορατές στην Παλαιστίνη την εποχή εκείνη, έγιναν το 5, το 4 και το 1 π.Χ.
            Έτσι, οι περισσότεροι ιστορικοί ερευνητές θεωρούσαν μέχρι πρόσφατα ότι η έκλειψη που συνδέεται με το θάνατο του Ηρώδη ήταν αυτή που συνέβη τις μεταμεσονύχτιες ώρες της 13ης Μαρτίου του 4 π.Χ.  Τα τελευταία όμως χρόνια νεότεροι ερευνητές θεωρούν ότι η έκλειψη αυτή δεν πρέπει να ήταν η σωστή, αφ’ ενός μεν γιατί ήταν μερική (37%), και δύσκολα παρατηρήσιμη στην Παλαιστίνη, αφ’ ετέρου δε γιατί ο χρόνος που μεσολάβησε μεταξύ της σεληνιακής εκλείψεως, στις 13 Μαρτίου, και της αρχής του Εβραϊκού Πάσχα εκείνης της χρονιάς, στις 11 Απριλίου, ήταν πάρα πολύ μικρός για να «χωρέσουν» όλα όσα αναφέρει ο Ιώσηπος ότι συνέβησαν. Η νεότερη αυτή άποψη υποστηρίζει ότι η έκλειψη που αναφέρει ο Ιώσηπος πρέπει να ήταν η ολική έκλειψη που έγινε τη νύχτα της 9ης Ιανουαρίου του 1 έτους π.Χ. και διήρκεσε από τις 11.30 το βράδυ έως τις 3.00 το πρωί.  Και επειδή το Εβραϊκό Πάσχα ακολούθησε ύστερα από 90 ημέρες, υπήρχε αρκετός χρόνος για να συμβούν όλα όσα αναφέρει ο Ιώσηπος.
            Σύμφωνα με τα υποστηριζόμενα από τις νεότερες έρευνες για το θέμα αυτό, το έτος 2 π.Χ. είναι επίσης το έτος που έγινε η «απογραφή», η οποία διετάχθη από τον Αύγουστο Καίσαρα. Η απογραφή, δηλαδή, που αναφέρει ο Λουκάς πρέπει μάλλον να τα ήταν ο «όρκος πίστεως» που διέταξε ο Αύγουστος Καίσαρας με την ευκαιρία του αργυρού ιωβηλαίου της βασιλείας του, όταν του απονεμήθηκε ο τίτλος «Patriae  Patriae» στις 5 Φεβρουαρίου του 2ου π.Χ. έτους. Η «απογραφή» αυτή η οποία αναφέρεται και από τον Ιώσηπο ήταν υποχρεωτική για όλους, Ρωμαίους πολίτες και μη.  Και σε αυτή την περίπτωση, η γέννηση του Χριστού τοποθετείται στο 2ο π.Χ. έτος.  Ανακεφαλαιώνοντας λοιπόν: το 3ο π.Χ. έτος εκδόθηκε το «δόγμα παρά Καίσαρος Αυγούστου απογράφεσθαι πάσαν την οικουμένην». Ο θάνατος του Ηρώδη λαμβάνει χώρα κάπου ανάμεσα στους δύο πρώτους μήνες του 1ου π.Χ. έτους και η γέννηση του Χριστού περίπου στα μέσα του 2ου π.Χ. έτους.  Για να είναι λοιπόν, ακριβές το ημερολόγιο το οποίο λαμβάνει ως αφετηρία  το χρόνο της γέννησης του Ιησού Χριστού, θα πρέπει να προστεθούν δύο επιπλέον χρόνια στο ισχύον σήμερα ημερολόγιο.
            Το σημερινό διονυσιακό ημερολόγιο ξεκινά με τη γέννηση του Χριστού σύμφωνα με την πραγματεία που συνέγραψε ο Διονύσιος ο Μικρός το 533
μ.Χ. με τίτλο Cyclus Decem Novennalis.
            Αυτό το μικρό σύγγραμμα τον απαθανάτισε, αφού για πρώτη φορά  χρονολόγησε τα ιστορικά γεγονότα με βάση τη γέννηση του Ιησού Χριστού.
            Το λάθος προέκυψε από το γεγονός ότι ο Διονύσιος βασίστηκε σε μια πληροφορία του Κλήμεντος του Αλεξανδρέως, από το 2ο μ.Χ. αιώνα, σύμφωνα με την οποία ο Χριστός γεννήθηκε το 28ο έτος της αυτοκρατορίας του Καίσαρα Αυγούστου. Χωρίς λοιπόν, καμιά άλλη απόδειξη, υπολόγισε ως έτος γέννησης του Χριστού το έτος 754 «από κτίσεως Ρώμης».  Έτσι έδωσε στο έτος αυτό το «από κτίσεως Ρώμης» την ονομασία «Primo Anno Domini», δηλαδή «πρώτο έτος του Κυρίου», το οποίο είναι το 1 μ.Χ.
            Κανονικά όμως το έτος αυτό θα έπρεπε να ονομαστεί έτος μηδέν, αφού όπως έχουν τα πράγματα σήμερα έχουμε το έτος 1 π.Χ. και το έτος 1 μ.Χ. αλλά όχι το έτος μηδέν.  Λείπει δηλαδή ένας χρόνος.
            Δεν είναι όμως δυνατό να κατηγορήσουμε τον Διονύσιο για την παράλειψη αυτή, γιατί την εποχή που έζησε η έννοια του μηδενός δεν είχε ακόμη εισαχθεί στην Ευρώπη. Η έννοια αυτή χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από Ινδούς μαθηματικούς και εισήχθη στην Ευρώπη από τους Άραβες με τους αραβικούς αριθμούς τον 12ο μ.Χ. αιώνα.  Εκτός αυτού ο Διονύσιος, μη έχοντας τα στοιχεία που βρέθηκαν αργότερα, έσφαλε κατά 3 έως 6 χρόνια. Στο σημερινό ημερολόγιο όπως το προσδιόρισε ο Διονύσιος παρέμεινε το σφάλμα του το οποίο  πλέον διαιωνίζεται.

Το χειμερινό ηλιοστάσιο

            Μέχρι τώρα διαπιστώσαμε ότι δεν έχουμε εντοπίσει επακριβώς ούτε το Άστρο των Χριστουγέννων αλλά ούτε και το χρόνο της γέννησης του Χριστού.  Μήπως όμως θα μπορούσαμε να εντοπίσουμε την εποχή, τουλάχιστον, της γέννησής του; Γιατί παρ’ όλο που σήμερα γιορτάζουμε τα Χριστούγεννα στις 25 Δεκεμβρίου, δεν πρέπει να είναι αυτή η ημερομηνία που γεννήθηκε ο Χριστός. Υπάρχουν μάλιστα αρκετές ενδείξεις για το ότι ο εορτασμός των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου  δεν έχει καμιά απολύτως σχέση με την αντίληψη των πρώτων πατέρων της Εκκλησίας σχετικά με την πραγματική ημέρα ή εποχή της Γέννησης .
            Σήμερα γνωρίζουμε ότι η 25η Δεκεμβρίου ήταν ημέρα εορτασμού  διάφορων εθνικών ή ειδωλολατρικών θρησκειών, επειδή έχει σπουδαία αστρονομική σημασία.  Στην εποχή μας ο Ήλιος βρίσκεται στο νοτιότερο ύψος του στις 22 Δεκεμβρίου. Επί έξι μήνες κάθε μέρα χαμηλώνει όλο και περισσότερο στον ουρανό, ανατέλλοντας καθημερινά όλο και αργότερα και δύοντας νωρίτερα. Μετά τις 22 Δεκεμβρίου όμως ο Ήλιος αρχίζει σιγά να αναρριχάται και πάλι στον ουρανό και οι μέρες  μεγαλώνουν. Έτσι το μεσημέρι ο Ήλιος φαίνεται όλο και ψηλότερα στον ουρανό.  Ονομάζουμε την 22α Δεκεμβρίου ημέρα της χειμερινής τροπής του Ηλίου, διότι ο Ήλιος σταματάει την προς Νότο κίνησή του και τρέπεται στην αντίθετη φορά, προς Βορρά.  Η ημέρα αυτή επισημαίνει επίσης την αρχή της εποχής του χειμώνα.  Δεν ήταν όμως πάντα τα πράγματα έτσι.
            Το πρόβλημα αρχίζει με το Ιουλιανό ημερολόγιο που εισήγαγε ο Ιούλιος Καίσαρ το 44 π.Χ.  Είχε όμως και αυτό τις δικές του ατέλειες αφού έχανε μία ημέρα κάθε 128 χρόνια.  Το Ιουλιανό λοιπόν ημερολόγιο είχε θεσπίσει τη χειμερινή τροπή του Ηλίου, το χειμερινό δηλαδή ηλιοστάσιο στις 25 Δεκεμβρίου, αλλά με την πάροδο των ετών το προστιθέμενο μικρό λάθος μετέθεσε την πραγματική ημερομηνία της χειμερινής τροπής.
            Έτσι λοιπόν το 325 μ.Χ., το έτος που έγινε η Σύνοδος της Νίκαιας, η χειμερινή τροπή συνέβη στις 22 Δεκεμβρίου.  Η μετάθεση όμως του χειμερινού ηλιοστασίου συνεχίστηκε χωρίς να διορθωθεί μέχρι και το έτος 1582, οπότε η χειμερινή τροπή συνέβη στις 12 Δεκεμβρίου.  Τότε ο Πάπας Γρηγόριος ΙΓ΄ εισήγαγε μία νέα μεταρρύθμιση, γι’ αυτό και το νέο ημερολόγιο, αυτό που χρησιμοποιούμε σήμερα, ονομάζεται Γρηγοριανό, και χάνει μόνο μία ημέρα στα 4000 χρόνια.  Για να γίνει μια καινούργια αρχή, η γρηγοριανή μεταρρύθμιση έλαβε ως βάση το έτος της Συνόδου της Νίκαιας και όχι το έτος εισαγωγής του Ιουλιανού ημερολογίου, το 44 π.Χ.  Γι’ αυτό και το χειμερινό ηλιοστάσιο λαμβάνει χώρα σήμερα στις 22 Δεκεμβρίου. Ο πρωταρχικός λόγος για τον εορτασμό της 25ης Δεκεμβρίου έχει πλέον χαθεί.
            Η 25η Δεκεμβρίου πάντως ήταν για τη Ρώμη η κορυφαία εορτή της γέννησης του «αήττητου Ηλίου», η γνωστή ως Dies Natalis Invicti. Παράλληλα, οι αρχαίοι ΄Ελληνες γιόρταζαν τα Κρόνια και τα Διονύσια, καθώς επίσης και τα Θεοφάνεια ή Επιφάνεια του ηλιακού θεού Φοίβου-Απόλλωνα.
            Οι γιορτές αυτές έπαιρναν πανηγυρικό χαρακτήρα και είχαν κατακτήσει ολόκληρο τον ελληνορωμαϊκό κόσμο. Άρχιζαν με τα Βρουμάλια στις 24 Δεκεμβρίου και ακολουθούσαν τα Σατουρνάλια.  Κατά την κεντρική ημέρα της γιορτής του "αήττητου Ηλίου" στις 25 Δεκεμβρίου, εορταζόταν το γεγονός της τροπής του Ηλίου, ο οποίος  άρχιζε και πάλι να ανεβαίνει στον ουρανό, οι ημέρες  να μεγαλώνουν και μαζί τους οι ζωογόνες ακτίνες του Ηλίου να καρποφορούν τη Γη. Την 1η Ιανουαρίου γιορτάζονταν οι Καλένδες, και στις 7 Ιανουαρίου τελείωνε η περίοδος αυτή των εορτών.
            Στην Περσία η 25η Δεκεμβρίου γιορταζόταν ως ημέρα της γέννησης του θεού Μίθρα, του "Ηλίου-βασιλέως" ενώ το 275 μ.Χ., ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Αυρηλιανός θέσπισε τη γιορτή αυτή σ’ ολόκληρη τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Στην  Αγγλία η 25η Δεκεμβρίου ήταν σπουδαία ημέρα διότι εορτάζετο η «Μαντρανέχτ», η «Νύχτα της Μάνας». Στους λαούς των σκανδιναβικών χωρών η τροπή του Ηλίου ήταν ιδιαίτερα αγαπητή, και το σημερινό έθιμο του «σκαρκάντζαλου» ή Χριστόξυλου στα τζάκια, ίσως να προέρχεται από τις γιορτές των Σκανδιναβών και το έθιμό τους «Yule Log».
            Επειδή οι πρώτοι χριστιανοί ήταν εκτός νόμου στη Ρώμη και δεν τους επιτρεπόταν να συναντιούνται ή να εκκλησιάζονται μαζί, οι συναντήσεις τους γίνονταν κρυφά και σε μικρές ομάδες στις κατακόμβες τους, όπου και τελούσαν τις θρησκευτικές τους εορτές.
            Οι διωγμοί ήταν τρομεροί, όπως αναφέρει άλλωστε και ο Τάκιτος: «Νέρων υπέβαλε σε εκτάκτους τιμωρίας εκείνους, ους δια τας αισχρουργίας μισουμένους, ο λαός εκάλει Χριστιανούς… Και κατέστησαν υποκείμενον παιδιάς οι μελλοθάνατοι, οίτινες διά δερμάτων θηρίων κεκαλυμμένοι εισπράχθησαν υπό των κυνών ή εσταυρώθησαν ή εκάησαν χρησιμεύοντες ως νυκτερινόν φως».
            Οι πρώτοι λοιπόν χριστιανοί για να αποφύγουν τους διωγμούς αποφάσισαν να γιορτάζουν τα Χριστούγεννα στις 25 Δεκεμβρίου, όταν οι Ρωμαίοι ήταν απασχολημένοι με τη δική τους εορτή των Σατουρναλίων.  Με αυτό τον τρόπο ήλπιζαν να μην ανακαλυφθούν από τους εορτάζοντες Ρωμαίους. Οι διάφορες πρωτοχριστιανικές εκκλησίες γιόρταζαν τα Χριστούγεννα σε διαφορετικές ημερομηνίες, μερικές μάλιστα δεν τα γιόρταζαν καθόλου. Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, το 2ο μ.Χ. αιώνα, είναι ο πρώτος που αναφέρει την εορτή των Χριστουγέννων. Στη μνεία που κάνει μας πληροφορεί ότι μερικοί γιόρταζαν τα Χριστούγεννα στις 20 Μαΐου, άλλοι στις 19 ή 20 Απριλίου. Ενώ ο ίδιος ο Κλήμης γιόρταζε τα Χριστούγεννα στις 17 Νοεμβρίου. Εκτός από αυτές τις ημερομηνίες, άλλες μαρτυρίες μας πληροφορούν ότι ο εορτασμός των Χριστουγέννων γινόταν επίσης στις 25 Μαρτίου και στις 29 Σεπτεμβρίου.  Σε τι στοιχεία όμως βάσιζαν τον εορτασμό στις ημερομηνίες αυτές παραμένει άγνωστο. Οι περισσότερες πάντως πρωτοχριστιανικές εκκλησίες συνεόρταζαν τα Χριστούγεννα, «υπό την καθολικωτέραν επίκλησιν Επιφάνεια», στις 6 Ιανουαρίου μαζί με την επίσης μεγάλη Δεσποτική γιορτή
 του Βαπτίσματος.
            Κατά την άποψη των πατέρων της Εκκλησίας, ο εορτασμός την ημερομηνία αυτή στηριζόταν στην περικοπή του ευαγγελιστή Λουκά, όπου αναφέρεται ότι κατά τη Βάπτιση «αυτός ην ο Ιησούς ωσεί ετών τριάκοντα αρχόμενος» (Λουκ.Γ΄.23), από την οποία συνάγεται ότι ο Ιησούς βαπτίσθηκε την ημέρα των γενεθλίων Του.
            Η 25η Δεκεμβρίου ως ημέρα εορτασμού των Χριστουγέννων καθορίστηκε αργότερα, όταν ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Κύριλλος (350-386) έγραψε στον Πάπα της Ρώμης Ιούλιο (337-352), παρακαλώντας τον να ψάξει στα σωζόμενα στη Ρώμη ιουδαϊκά αρχεία με την ελπίδα να βρει και να καθορίσει ακριβώς την ημερομηνία της Γέννησης.
            Κατά την παράδοση αυτή του 8ου αιώνα, ο Πάπας Ιούλιος «συναγαγών πάντα τα συγγράμματα και αχθέντα εις Ρώμην εύρε σύγγραμά τι Ιωσήπου του Χρονογράφου, συγγραφέν παρ’ αυτού… ότι 25 Δεκεμβρίου εγένετο η Γέννησις του Χριστού… και ούτως κατέθετο ο Ιούλιος ο Ρώμης πατριάρχης».
            Άλλη εκδοχή για τον καθορισμό της 25ης Δεκεμβρίου ως ημέρας γέννησης του Χριστού αναφέρει ότι χρησιμοποιήθηκε ο χρόνος της ιερατείας του Ζαχαρία, ο οποίος ήταν πατέρας του Ιωάννη του Βαπτιστή.
            Κατά την εκδοχή αυτή η ιερατεία του Ζαχαρία συνέπεσε το μήνα Σεπτέμβριο, οπότε και «η σύλληψις του Προδρόμου την 25 Σεπτεμβρίου, ην πανηγυρίζει η εκκλησία ως απαρχήν των εφεξής τελεσθέντων μεγάλων μυστηρίων της απολυτρώσεως ημών», η δε γέννησή του στις 25 Ιουνίου, αμέσως δηλαδή μετά την καλοκαιρινή τροπή του Ηλίου οπότε οι ημέρες αρχίζουν να μικραίνουν.  Με βάση λοιπόν αυτή τη γέννηση, και το λεγόμενο από τον Ιωάννη για τον Ιησού Χριστό, «εκείνον δει αυξάνειν, εμέ δε ελαττούσθαι» (Ιων. Γ΄ 30), καθορίστηκε η γέννηση του Χριστού στις 25 Δεκεμβρίου, αμέσως δηλαδή μετά τη χειμερινή τροπή του Ηλίου οπότε οι ημέρες αρχίζουν να μεγαλώνουν. Είναι πάντως γεγονός ότι η 25η Δεκεμβρίου καθιερώθηκε ως ημέρα εορτασμού των Χριστουγέννων για πρώτη φορά στη Ρώμη κατά τα μέσα περίπου του 4ου μ.X. αιώνα, ενώ κατά την διάρκεια της αυτοκρατορίας του Ιουστινιανού, τον 6ο αιώνα, ο εορτασμός των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου εξαπλώθηκε σ’ ολόκληρη την Ανατολή εκτός από την Αρμενία, όπου διατηρήθηκε ο συνεορτασμός στις 6 Ιανουαρίου.
            Αν λοιπόν η 25η Δεκεμβρίου είναι μία συμβατική ημέρα εορτασμού των Χριστουγέννων και όχι η πραγματική, το ερώτημα παραμένει: ποια εποχή γεννήθηκε ο Χριστός;
            Μετεωρολόγοι έχουν κάνει σήμερα λεπτομερείς μελέτες και αναφέρουν ότι η Βηθλεέμ τον Δεκέμβριο είναι βυθισμένη στην παγωνιά και τη βροχή.  Δεν θα ήταν λοιπόν λογικό να παραμένουν με τέτοιες συνθήκες βοσκοί και πρόβατα στην ύπαιθρο.  Σε μια μόνο εποχή του έτους οι βοσκοί «φυλάσσουν φυλακάς νυκτός επί την ποίμνην αυτών»:  την άνοιξη, όταν τα νεογέννητα αρνάκια χρειάζονται τη βοήθεια των βοσκών.  Οπότε η γέννηση του Χριστού πρέπει να έγινε μάλλον την άνοιξη.
            Φτάνοντας στο τέλος αυτής της αναζήτησης καμία απάντηση δεν είναι πλήρως ικανοποιητική. Είναι δύσκολο να αποδειχθούν όλα τα επί μέρους στοιχεία που απαιτεί μια πλήρης και τεκμηριωμένη απόδειξη.
            Πολλοί μάλιστα ερευνητές των Γραφών, υποστηρίζουν ότι το Άστρο της Βηθλεέμ δεν είναι κάποιο συγκεκριμένο αστρονομικό σώμα ή φαινόμενο, αλλά πρόκειται απλά και μόνο για ένα συμβολικό άστρο των προφητειών της Παλαιάς Διαθήκης για τον προσδοκώμενο Μεσσία. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει επίσης το γεγονός ότι η εμφάνιση κάποιου άστρου ή άλλου αξιοσημείωτου ουράνιου φαινόμενου κατά τη γέννηση σπουδαίων ανδρών της ιστορίας είναι αρκετά διαδεδομένη στα αρχαία κείμενα.
            Σε τελική όμως ανάλυση δεν έχει και μεγάλη σημασία το τι συνέβη στον ουρανό εκείνη τη νύχτα των Χριστουγέννων, γιατί το πιο σπουδαίο συνέβη επάνω στη γη μας! Κάτι υπέροχο συνέβη στη μικρή πόλη της Βηθλεέμ εκείνο το βράδυ, και αυτό ήταν πολύ πιο σπουδαίο από οτιδήποτε συνέβαινε στον ουρανό.  Γιατί όταν ο Ήλιος ανέτειλε το άλλο πρωινό, την πρώτη εκείνη μέρα των Χριστουγέννων, ανέτειλε πάνω από έναν κόσμο που ποτέ πια δεν θα μπορούσε να είναι ο ίδιος.  Σήμερα η γέννηση του Χριστού αντιμετωπίζεται ως ένα θαύμα. Πολλοί μάλιστα πιστοί θεωρούν και την εμφάνιση του Άστρου της Βηθλεέμ ως ένα ακόμη θαύμα.  Αν προτιμάτε να πιστεύετε ότι το Άστρο των Χριστουγέννων ήταν ένα θαύμα, η επιστήμη δεν έχει τη δυνατότητα ούτε να το υποστηρίξει, αλλά ούτε και να το απορρίψει.  Είναι ασφαλώς έξω από το πεδίο της επιστήμης αλλά απολύτως μέσα στο πεδίο της πίστης.           
    
Χριστούγεννα και Θεοφάνεια

Τι σοι προσενέγκομεν Χριστέ
ότι ώφθης επί γης
ως άνθρωπος δι' ημάς;
Έκαστον γαρ των υπό σου γενομένων κτισμάτων
την ευχαριστίαν σοι προσάγει·
οι Άγγελοι τον ύμνον
οι ουρανοί τον αστέρα
οι Μάγοι τα δώρα
οι Ποιμένες το θαύμα
η γη το σπήλαιον
η έρημος την φάτνην
ημείς δε Μητέραν Παρθένον.
Ο προ αιώνων Θεός, ελέησον ημάς.
(τροπάριο από τον εσπερινό των Χριστουγέννων)

Χριστούγεννα

Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος ονομάζει τα Χριστούγεννα "Μητρόπολη πασών των Εορτών". Από τα Χριστούγεννα ξεκινάει η ιστορία της Εκκλησίας. Ο αιώνιος, άναρχος και φιλάνθρωπος Θεός, κατέρχεται στον κόσμο μας γινόμενος άνθρωπος. Τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος. Σαρκώνεται καί γίνεται άνθρωπος από υπερβολική,  άπειρη αγάπη για τον άνθρωπο. Σαρκώνεται και γίνεται άνθρωπος για να επαναφέρει στην αρχική αρμονία τη διαταραγμένη σχέση του ανθρώπου με τον Θεό. " Ό Λόγος σαρξ εγένετο..." αναγγέλει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης (Α' 14). Είναι το πλέον χαρμόσυνο άγγελμα που θα μπορούσε να δώσει ό Θεός στον άνθρωπο. Ο Υιός και Λόγος παρουσιάζεται στην ανθρώπινη ιστορία ως Θεάνθρωπος. Με την παρουσία Του αναδημιουργεί το κόσμο, επαναφέρει την αρχική αρμονία ανάμεσα στον άνθρωπο και τη κτίση. Επαναφέρει τον άνθρωπο στο χαμένο αρχέτυπο, τον Δημιουργό Του.
"…Ότε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου" λέει ο Απόστολος Παύλος, "εξαπέστειλεν ό Θεός τον Υιόν αυτού, γενόμενος εκ γυναικός, γενόμενος υπό νόμον, ίνα τους υπό νόμον εξαγοράσει, ίνα την υιοθεσίαν απολάβομεν" (Γαλ.Δ'4). Είναι τόσο μεγάλο και θαυμαστό το μυστήριο ώστε ο ιερός Χρυσόστομο αναφωνεί με κατάπληξη: "Άνθρωπον θελήσαι γενέσθαι και ανασχέσθαι καταβήναι τοσούτον, όσον ουδέ διάνοια δέξασθαι δύναται."
Η εμφάνιση του Χριστού μέσα στην ανθρώπινη ιστορία, μέσα στη ζωή μας, είναι ένα γεγονός ανεπανάληπτο, μοναδικό, συγκλονιστικό. Ένα γεγονός που προσδιορίζει την αξία του ανθρώπου και τον προορισμό του. Ενώ δημιουργηθήκαμε μέσα στο χρόνο, προοριζόμαστε να κληρονομήσουμε την αιωνιότητα αφού ο Χριστός είναι και πρέπει να είναι ο σκοπός και το κέντρο της ζωής μας. Με τη σάρκωση και την παρουσία του στην ανθρώπινη ιστορία, ο Υιός και Λόγος, επιβεβαιώνει την αξία της επίγειας ζωής μας ώστε να πετύχουμε τη σωτηρία. Επιβεβαιώνει και αποδεικνύει το μέγεθος της αγάπης και της φιλανθρωπίας. Επιβεβαιώνει τον σκοπό της ύπαρξης μας. Αποκαλύπτει σε κάθε άνθρωπο τους ξεχασμένους δεσμούς του με τον Δημιουργό. Προσδίδει σε όλους το χαμένο, αρχέτυπο κάλλος. Η αγιότητα της θεότητας του Χριστού γίνεται πλέον χαρακτηριστικό της ανθρώπινης φύσης κάθε ανθρώπου. Γι’ αυτό ο Άγιος Αθανάσιος παρατηρεί: "…επειδή γαρ οι άνθρωποι αποστραφέντες την προς τον Θεόν θεωρίαν και ως εν βυθώ βυθισθέντες κάτω τους οφθαλμούς έχοντες εν γενέσει και τοις αισθητοίς τον Θεόν ανεζήτουν ... τούτου ένεκα ο και φιλάνθρωπος και κοινός πάντων Σωτήρ, ο του Θεού Λόγος λαμβάνει εαυτώ σώμα...". Λαμβάνει λοιπόν σώμα ανθρώπινο, γίνεται άνθρωπος καθ’ όλα, εκτός  αμαρτίας, και δείχνει σε μας όχι μόνο τον χαμένο Παράδεισο και την χαμένη δόξα αλλά και την αξία της επίγειας ζωής. Μας δείχνει ότι πρέπει να αγωνιζόμαστε όσο βρισκόμαστε στη γη για να αποκτήσουμε καθαρή σχέση με τον Θεό και τον πλησίον μας, σχέση αγάπης. Αυτή την αγάπη που έχει πηγή της την Αγία Τριάδα.
Τα Θεοφάνεια της Γέννησης ακολουθούν τα Θεοφάνεια της Βάπτισης, η φανέρωση της Αγίας Τριάδος κατά την βάπτιση του Χριστού στον Ιορδάνη. Η σύνδεση των δύο αυτών μεγάλων γεγονότων φαίνεται από το γεγονός  ότι τα πρώτα χριστιανικά χρόνια συνεορτάζονταν. Αρκετά αργότερα , μετά το 3ο μ.Χ. αιώνα διαχωρίστηκαν οι δυο αυτές εορτές.
Καθώς όλα τα γεγονότα της ζωής του Χριστού στη γη έχουν σημασία, ο ιερός Χρυσόστομο αναφέρεται στην Βάπτιση προκειμένου να εξηγήσει τους λόγους που οδήγησαν το Χριστό στον Ιορδάνη.
Ως αναμάρτητος δεν είχε ανάγκη βαπτισμού, όμως βαπτίστηκε ώστε, όπως λέει: «Πληρώσαι πάσαν δικαιοσύνην» (Ματθ. ΣΤ', 23), για να προσδώσει κύρος στο πρόσωπο και το κήρυγμα του Ιωάννη, για να φανερωθεί η Αγία Τριάδα, για να φανερωθεί το Θεάνθρωπον του Κυρίου πριν αρχίσει το κήρυγμα του, για να φανερωθεί η αποστολή Του, για να αγιάσει τα ύδατα.

by Νέο Άστρο

Φως και Χαρά

Follow him @ Twitter | Facebook | Google Plus

Tags: