Εκείνοι που καταγίνονται με τις εσωτερικές σπουδές ασφαλώς γνωρίζουν ότι οι άγιες Γραφές των αρχαίων Ελλήνων, τα έργα δηλαδή του Ομήρου, του Ησιόδου, του Πινδάρου, του Ορφέα κ.α., γράφτηκαν για να διατηρήσουν την Εσωτερική Παράδοση και όχι μόνο για να χρησιμεύσουν ως ψυχαγωγία ή βοηθήματα στη μελέτη της αρχαίας γλώσσας.
Οι τρομερές αποκαλύψεις των Μυστών αυτών, δίδονταν αποκλειστικά κατά τη Μύηση, σε εκείνους που προσέρχονταν με σεβασμό και είχαν την ανάλογη ωριμότητα και ηθική. Διότι πάντοτε υπήρχε ο κίνδυνος της εκμετάλλευσης της γνώσης από πνευματικά ανώριμα άτομα. Γι’ αυτό και τα έργα των πνευματικών Οδηγών χρησιμοποίησαν το Επταπλό Kλειδί του Συμβολισμού, ώστε να διατυπώνουν μεν την αλήθεια, να αποκρύπτουν όμως το πραγματικό, εσωτερικό της νόημα από τους αμύητους.
Αυτό συμβαίνει και σήμερα. Η γνώση της ατομικής ενέργειας, λόγου χάριν, χρησιμοποιήθηκε εις βάρος της ανθρωπότητας από τους επιστήμονες. Μολαταύτα, κι εδώ υπήρξε μυστικότητα στις έρευνες, ίσως και επιτήρηση των ερευνητών στα άδυτα των εργαστηρίων.
Η ατομική ενέργεια αποτελούσε ένα μονάχα τομέα της Γνώσης των μυστών της αρχαιότητας, η οποία δεν περιοριζόταν στα ελάχιστα που φανέρωσε ο Δημόκριτος και Λεύκιππος. Εκείνοι όντες μυημένοι αποκάλυψαν όσα θεώρησαν ακίνδυνα. Η διδασκαλία όμως του Πυθαγόρα στους Ιεροφάντες των Δελφών σχετικά με τη χρήση της ατομικής ενέργειας σε ώρες κινδύνου, δείχνει από την εφαρμογή της κατά την Περσική επιδρομή, ότι η γνώση αυτή ήταν ουσιαστική και όχι θεωρητική ή πλημμελής.
Αν επομένως η ατομική-πυρηνική επιστήμη η οποία συνιστούσε μία και μόνο πτυχή της Ιερής Γνώσης των αρχαίων μυστών, οδήγησε τους σύγχρονους επιστήμονες στη καταστροφική χρήση της, διερωτάται κανείς τι θα γινόταν αν ίσως ξέφευγαν κι άλλα μυστικά από τα άντρα των Μυήσεων στον εξωτερικό κόσμο των ανώριμων και ανεύθυνων ανθρώπων.
Το αίσθημα ευθύνης που διακατείχε τους Μύστες -όπως ο Ορφέας- οι οποίοι καθιέρωσαν τα Μυστήρια, τους έκανε να δημιουργήσουν το Επταπλό Κλειδί του Συμβολισμού, για τη σύνθεση των Ιερών Κειμένων τα οποία γράφτηκαν για τη διατήρηση της Γνώσης. Έτσι όταν ο άνθρωπος θα έφτανε στην απαιτούμενη πνευματική ωριμότητα, θα μπορούσε να ανακαλύψει τον τρόπο αποκωδικοποίησης των γραπτών αυτών ή άλλων εικόνων και μνημείων. Εξασφάλιζε δηλαδή το ότι η χρήση της Γνώσης θα είχε εποικοδομητικό χαρακτήρα. Η ελεύθερη κοινοποίηση της αλήθειας των Μυστηρίων ήταν αυστηρότατα απαγορευμένη. Το πλατωνικό «Ακάθαρτον γάρ καθαρού άπτεσθαι ου θεμιτόν» καθώς και το «Φλέγξομαι οις θέμις εστί, θύρας δε επίθεσθε βεβήλοις» επισημαίνουν την επιφύλαξη την οποία είχαν οι υπεύθυνοι των Μυστηρίων για τον τρόπο που τα πλησίαζαν οι άνθρωποι.
Σήμερα αναντίρρητα, η πραγματικότητα της άνεσης που προσφέρει η υλιστική τεχνολογία, η οποία πείθει για τη μονομερή αξία της ύλης, οδηγεί στη γνωστή αποχαλίνωση των φρενών. Ο αδαής και αστόχαστος άνθρωπος πιστεύει στην αξία του παρόντος μόνο χρόνου, διεκδικώντας μια ευτυχία μέσα στον παράδεισο των υλικών ανέσεων.
Είναι απαραίτητη λοιπόν μια αναφορά στην ανάγκη να ελευθερωθούμε από την χίμαιρα του τεχνολογικού υλισμού για να επανεύρουμε την ισορροπία μας. Η ανεξαρτησία μας από την προσωρινότητα της φθαρτής ύλης, υποδεικνύεται από τα έστω ελάχιστα αρχαία κείμενα των Ελλήνων πνευματικών Οδηγών, τα οποία παραμένουν απρόσιτα, αδιαφήμιστα και ανερμήνευτα. Αδιαμφισβήτητα, ο αρχαιοελληνικός πολιτισμός σε αντίθεση με τον σημερινό, ήταν προσανατολισμένος στο ΓΝΩΘΙ ΣΑΥΤΟΝ. Κι εφόσον ο εαυτός μας είναι, ως μορφή, εξωτερικά γνωστός, τότε το Δελφικό ρητό δεν μπορεί παρά να αναφέρεται στη γνώση του εσώτερου εαυτού. Συνεπώς, κάθε εξωστρεφής τρόπος προσέγγισης της αρχαίας σοφίας των Ελλήνων, είναι μια επιφανειακή και ρηχή απόπειρα. Χρειάζεται εσωτερική αξίνα για την ανασκαφή των θαμμένων ιερών. Ως παράδειγμα αποκωδικοποίησης τέτοιων συμβολισμών, διάλεξα δύο αποσπάσματα από το έργο «Έργα και ημέραι» του Ησίοδου. Η εργασία αυτή, αποτελεί απλά τμήμα ενός κεφαλαίου, από το βιβλίο μας που σχολιάζει τον Ομηρικό Ύμνο «Εις Δήμητραν» .
«Και δια παρθενικής απαλόχροος ου διοίσιν, ήτε δόμων έντοσθε φίλη παρά μητέρι μίμνει ου πω έργα ιδυία πολυχρύσου Αφροδίτης, ευ τε λοεσσαμένη τέρενα χρόα και λιπ΄ ελαίω χρισάμενη μύιη καταλέξεται ένδοθι οίκου ήματι χειμερίω, ότ’ ανόστεος όν πόδα τένδει εν τ’ απύρω οίκω και ήθεσι λευγαλέοισιν ».
Μετάφραση
«Και δεν φυσομανάει (ο βοριάς), απάνω στην τρυφερή παρθένα,
που μένει μέσα στο σπίτι μαζί με την καλή της μάνα, αμάθητη
ακόμα σχετικά με τα έργα της χρυσής Αφροδίτης, και που λούζει
το απαλό της το κορμί, αλείφεται με λάδι και ξαπλώνει σε δωμάτιο
εσωτερικό του σπιτιού κάποια μέρα χειμωνιάτικη, όταν ο ανόστεος (ο δίχως οστά), τραγανίζει το πόδι του στο σπίτι του, που δεν έχει καν φωτιά, μέσα στο ελεεινό του κονάκι».
που μένει μέσα στο σπίτι μαζί με την καλή της μάνα, αμάθητη
ακόμα σχετικά με τα έργα της χρυσής Αφροδίτης, και που λούζει
το απαλό της το κορμί, αλείφεται με λάδι και ξαπλώνει σε δωμάτιο
εσωτερικό του σπιτιού κάποια μέρα χειμωνιάτικη, όταν ο ανόστεος (ο δίχως οστά), τραγανίζει το πόδι του στο σπίτι του, που δεν έχει καν φωτιά, μέσα στο ελεεινό του κονάκι».
Με την ανάγνωση αυτού του αποσπάσματος, αντιλαμβάνεται ο αναγνώστης, ότι δεν κατανοεί τα πάντα. Πίσω από τα αινιγματικά λόγια κρύβονται εσωτερικές Γνώσεις οι οποίες αποκαλύπτουν την ουσία… Και για να είμαστε ειλικρινείς, η δική μας ερμηνεία αφορά μια μόνο πλευρά του Επταπλού αποσυμβολισμού.
Η «τρυφερή παρθένα» αλληγορικά είναι η Ουσία, γνωστή ως «Κουνταλίνι». Αυτή, για τους περισσοτέρους από μας, παραμένει αδρανής μέσα στον αιθερικό της σάκο, στο ιερόν οστούν, στον κόκκυγα. Μένει στην αρχική της κατάσταση «παγοποιημένη». Δεν έχει βγει από την εστία της (μάνα). Δεν έχει περάσει από την «οδό» που οδηγεί άνω. Η «οδός» είναι ένας αιθερικός αγωγός με το όνομα Σουχιούμνα. Αν είχε φτάσει η Ουσία ως πάνω, ως την κορυφή του κεφαλιού, θα είχε ενωθεί με την άρρενα αρχή, η οποία βρίσκεται στο κέντρο της αποθήκευσης της ενέργειας (τσάκρας-τροχός) που λέγεται Σαχασράρα. Οι τροχοί (τσάκρας) στον αιθερικό άνθρωπο είναι επτά. Ο κατώτατος, στον κόκκυγα, λέγεται Μουλαντάρα. Εκεί φυλάσσεται η Κουνταλίνι. Το ανώτατο τσάκρας, στην κορυφή, είναι η Σαχασράρα.
Όταν η Κουνταλίνι ανέβει έως πάνω, γίνεται η ένωσή της με την άρρενα αρχή, τον Σίβα. Επειδή λοιπόν η «παρθένα» δεν έχει κάνει αυτή την ένωση, τον Γάμο, γι’ αυτό ο Ησίοδος την συμβολίζει έτσι, τονίζοντας ότι είναι αμάθητη στα γαμήλια έργα της Αφροδίτης. Φυσικά, η ένωση έχει πνευματικό χαρακτήρα, είναι η «σύμφυση» των δύο αρχών, όπως αναφέρει ο νεοπλατωνικός Πορφύριος.
«Η χειμωνιάτικη μέρα» του ποιήματος, είναι η χρονική διάρκεια, κατά την οποία η Ουσία (κουλουριασμένη σαν το φίδι σε τρισήμισυ κύκλους), μένει μόνη στην κοκκυγική εστία. Η τυχόν ένωσή της θα πυροδοτούσε ολόκληρη την ανθρώπινη υπόσταση και τότε η «χειμωνιάτικη μέρα» θα γινόταν «ανοιξιάτικη».
Ο αινιγματικός «ανόστεος» που προβλημάτισε τους ξένους μελετητές (εξάλλου κανένας Έλληνας ως τώρα δεν καταπιάστηκε με το σχολιασμό των Ομηρικών καθώς και άλλων ύμνων) σημαίνει την Ουσία, την αποθηκευμένη στο σάκο του ιερού οστού. Φυσικά, η αιθερική υπόστασή της, δεν έχει «κόκαλα» (οστά), γι’ αυτό και ονομάστηκε αλληγορικά «ανόστεος». Για λόγους παραπλάνησης του αμύητου, επέβαλαν η Ουσία να αποκαλείται την πρώτη φορά «παρθένα», και τη δεύτερη «ανόστεος». Το «σπίτι» του δευτέρου είναι ίδιο με της «παρθένας», γι’ αυτό και η συγκυρία της ταυτόχρονης αναφοράς τους. Ο χαρακτηρισμός «ελεεινό κονάκι», γίνεται σε σύγκριση με το ύψος του ανώτατου τσάκρας, του αποκαλούμενου χρυσού, όπου τελείται ο Γάμος. Για τον ίδιο λόγο και η προϊσταμένη του Γάμου, η Αφροδίτη, λέγεται «χρυσή». Κι όταν λέγεται ότι ο ανόστεος «τραγανίζει το πόδι του», εννοούν ότι εξακολουθεί η Ουσία να διατηρεί την κυκλική της μορφή. Δηλαδή το κεφάλι δαγκώνει την ουρά του (πόδι). Είναι ο Ουροβόρος Όφις των Αλχημιστών. Όταν ο όφις εκδιπλωθεί και ισιώσει γίνεται το ΕΝΑ. Η κυκλόμορφη στάση δείχνει παθητικότητα, το ΜΗΔΕΝ, τη θνητότητα.
Ο «ανόστεος» δεν είναι ούτε «χταπόδι», ούτε «καλαμάρι», όπως αναγράφει αγγλική υποσημείωση σχολίων. Αυτό είναι αστείο και ασυμβίβαστο με κάθε λογής λογική. Η εξωτερική γνώση αδυνατεί να εισχωρήσει σε υπερβατικές ερμηνείες, καταλήγοντας πάντοτε σε αδιέξοδο.
Το «σπίτι» του ανόστεου στερείται φωτιάς. Γιατί η Ουσία μέσα στο σάκο, μένει παγοποιημένη. Γι’ αυτό και το σκηνικό με τον χειμώνα και τον βοριά που λυσσομανάει. Ο «βοριάς» συμβολίζει την κάθοδο της Πράνα (αιθερικού αέρα) από την ειδική υποδοχή στο κεφάλι που ονομάζεται Σουτράτμα. Να διευκρινίσουμε επίσης ότι τα επτά τσάκρας δεν ταυτίζονται με τους ενδοκρινείς αδένες. Τα τσάκρας απλά τους τροφοδοτούν. Δίχως την παροχή αυτή, ο αδένας ασθενεί. Από τον βοριά (κεφαλή), η Ουσία-πράνα κατέρχεται προς τα κάτω (νότος), και ένα τρίτο της αποθηκεύεται στον κόκκυγα. Εξάλλου:
«και δια παρθενικής απαλόχροος ου διάησιν» (στ.519)
Αυτό σημαίνει, ότι με όλη του την ορμή ο «βοριάς», δεν αγγίζει βλαπτικά καθόλου την «απαλή παρθένα» που λούζεται και αλείφεται αρώματα μέσα στο σπίτι της. Αλληγορικά, ετοιμάζεται για την ένωση.
Συνεχίζουμε με το δεύτερο απόσπασμα:
«Αλλ’ όποτ’ άν φερέσικος από χθόνος αμ΄φυτά βαίνει Πληιάδας φεύγων, τότε δη σκάφος ουκέτι οινέων.
Αλλ’ άρπας τε χαρασσέμεναι και δμώας εγείρει.
Φεύγειν δε σκιερούς θώκους και επί ηόα κοίτον ώρη εν αμήτου, ότε τα’ ηέλιος χρόα κάρφει.
Τημούτος σπεύδειν και οίκαδε καρπόν αγίγειν όρθρου ανιστάμενος ίνα βίος άρκιος είη. (571-576)
Μετάφραση:
«Αλλά όταν εκείνος που κουβαλάει το σπίτι του σκαρφαλώνει από τη γη πάνω στα φυτά, για να ξεφύγει από τις Πλειάδες, τότε δεν είναι πια καιρός να σκάβεις τα αμπέλια, αλλά να ακονίζεις τα δρεπάνια σου και να ξεσηκώνεις τους σκλάβους σου. Απόφευγε τα καθίσματα σε σκιερούς τόπους, όπως και το να κοιμάσαι ίσαμε την αυγή κατά την
εποχή της συγκομιδής, όταν ο ήλιος κατακαίει το σώμα. Τότε να εργάζεσαι και να φέρνεις στο σπίτι τους καρπούς σου, όντας όρθιος από το χάραμα, για να εξασφαλίσεις τα προς το ζην».
εποχή της συγκομιδής, όταν ο ήλιος κατακαίει το σώμα. Τότε να εργάζεσαι και να φέρνεις στο σπίτι τους καρπούς σου, όντας όρθιος από το χάραμα, για να εξασφαλίσεις τα προς το ζην».
«Εκείνος που κουβαλάει το σπίτι του» αλληγορικά είναι ο «ανόστεος». Σαν το σαλιγκάρι (φερέοικος), ελικοειδώς ανεβαίνει στον αιθερικό αγωγό (Σουχιούμνα), και συνδέει τον κόκκυγα με την κορυφή. Ο αγωγός συμβολίζεται με «φυτό».
Η κυριολεκτική ερμηνεία των στίχων αυτών, δεν οδηγεί σε κανένα συμπέρασμα. Γιατί, πώς τάχα θα ξεφύγει ο ανόστεος (φερέοικος) από τις Πλειάδες, με μιαν αναρρίχηση; Μήπως οι Πλειάδες βρίσκονται στο έδαφος; Και γιατί να τις αποφύγει; Ολοφάνερα κάτι άλλο κρύβεται εδώ. Ο «φερέοικος» συμβολίζει την ανερχόμενη Ουσία. Με τον όρο «Πλειάδες» υπονοείται η πολλαπλότητα του μορφικού κόσμου. (πλείων, συγκριτικός του πολύς).
Εδώ η πολλαπλότητα αντιτίθεται προς την ενότητα. Φυσικά, πρόκειται για την αντίθεση προς το ταξίδι της επιστροφής στην ενοποίηση. Αυτή είναι η αιτία που ο «φερέοικος» αποφεύγει τις Πλειάδες σκαρφαλώ-νοντας στο φυτό. Πλειάδες είναι αλληγορικά ο χαμηλός, πολυσύνθετος κόσμος των «πολλών» και διαχωρισμένων. Η σωτηρία άρα είναι στην ανάβαση που οδηγεί στην ενοποίηση.
Συνεπώς, όταν η εποχή της ανύψωσης έχει αρχίσει, δεν είναι καιρός να ασχολείσαι με την καλλιέργεια. Αυτό γίνεται όταν η Ουσία «κοιμάται» ή «λούζεται». Τώρα όμως που ξεκίνησε το ταξίδι για την ένωση, δεν ταιριάζει να «σκάβεις τα αμπέλια». Τα αμπέλια είναι αναρριχώμενα, όπως ο «φερέοικος», ο «ανόστεος» και η «παρθένα». Με τα αμπέλια συμβολίζεται ο Διόνυσος, ο εσωτερικός Εαυτός που τώρα ξεκινά την άνοδο στην Εκδήλωση. Έχει ξεπερασθεί το «σκάψιμο» πια. Τώρα πρέπει να σε απασχολεί το ξεσήκωμα των δυνάμεων (δούλοι) για την προώθηση της Ουσίας. Τα «δρεπάνια» είναι η δυνατότητα αποκοπής από τον χρόνο.
Αν ο Ησίοδος συνιστά να μην κάθεσαι σε τόπους σκιερούς, εννοεί ότι ο ήδη φωτισμένος άνθρωπος, πρέπει να αποφεύγει κάθε σκότος. Διαφορετικά υπάρχει αντίφαση. Πώς μας συνιστά να «αποφύγουμε τη σκιά», ενώ γνωρίζει ότι κατά την εποχή της συγκομιδής «ο ήλιος κατακαίγει το σώμα»; Άρα η ερμηνεία δεν είναι κυριολεκτική.
Συνιστά επαγρύπνηση, αποφυγή του «ύπνου», γιατί τώρα άρχισε η δράση προς την Ενότητα. Η «συγκομιδή» αφορά την συλλογή των καρπών που προέρχονται από τους κόπους για την αποφυγή των «Πλειάδων».
Θα δώσουμε εδώ, για πρώτη φορά έναν αποσυμβολισμό αυτού που κρύβεται στον Ομηρικό «Ύμνο εις Δήμητραν». Η θεά καταφεύγει στην Ελευσίνα, γίνεται τροφός του Δημοφώντα, παιδιού του Κελεού και της Ματάνειρας.
Εδώ στο μύθο αυτό, έχουμε τη διαδικασία δημιουργίας θυροξίνης στο θυρεοειδή αδένα ή Βισχιούντα Τσάκρα. Η Δήμητρα είναι η ορμόνη τυροσίνη. Η τυροσίνη, ξέρουμε, κατεβαίνει από την υπόφυση -'Αζνα Τσάκρα-, και φτάνει στο θυρεοειδή αδένα. Αυτός εκπροσωπεί το ανάκτορο της Ελευσίνας με τους δύο κλάδους, δηλαδή το λατινικό V, (Visiouda), που αντιστοιχούν στον Κελεό (άρρεν), και στην Μετάνειρα (θήλυ).
Αφού φτάσει η τυροσίνη στον θυρεοειδή αδένα, ενώνεται με τα αποθηκευμένα μόρια ιωδίου. Έτσι παράγεται η θυροξίνη, ορμόνη απαραίτητη για τον μεταβολισμό. Η Δήμητρα κατεβαίνει από την Κρήτη (Κεφαλή-Υπόφυση ) και γίνεται τροφός του Δημοφώντα. Πρόκειται για την αποκάλυψη μέσα στον Ύμνο της διαδικασίας του μεταβολισμού και της θρέψης στην οποία πρωτοστατεί η τυροσίνη για την δημιουργία της θυροξίνης. Η καύση αλληγορικά συμβολίζεται με την βραδινή καύση του Δημοφώντα από την θεά.
Όταν η τυροσίνη επιτελέσει την ένωση με το αποθησαυρισμένο ιώδιο του θυρεοειδούς, ο αδένας (Μετάνειρα) εμποδίζει τη Δήμητρα να ενώνεται με το ιώδιο, αφού η ακατάσχετη κάθοδος τυροσίνης δημιουργεί τον υπερθυρεοειδισμό. Έτσι ο Ύμνος παριστάνει την Μετάνειρα να ανακόπτει το έργο της Δήμητρας.
Μονολότι τα σχόλια αυτά είναι σχεδόν επιγραμματικά, δείχνουν τι αλληγορίες κρύβουν τα απλησίαστα αυτά αρχαία κείμενα και η ελληνική εσωτερική Παράδοση. Στα χέρια κάθε ειλικρινούς ερευνητή βρίσκονται τα κλειδιά του συμβολισμού και του αποσυμβολισμού των μύθων.