Η Ελλάδα και πάλι ανατρέπει τα προγνωστικά. Συμμετέχουν οι Έλληνες φίλαθλοι και το πανηγύρι είναι βέβαιο. Το ποδόσφαιρο αγγίζει με έναν ιδιαίτερο, σχεδόν... υπερβατικό τρόπο τους ανθρώπους, και ειδικά τους άντρες – και αυτό αλλάζει, καθώς οι διοργανωτές έχουν ήδη βρει τρόπους να τραβήξουν και το ενδιαφέρον των γυναικών (για λόγους που μάλλον δεν είναι φίλαθλοι αλλά οικονομικοί).
Να είναι άραγε έτσι τα πράγματα χάρη σε κάποιο «φίλαθλο πνεύμα;» Γιατί τόση τρέλα με το ποδόσφαιρο; Δεν είναι παρά ένα άθλημα… ή μήπως όχι;
Στην Αφρική (και σύμφωνα με ορισμένους, στην... Τούμπα Θεσσαλονίκης), το ποδόσφαιρο είναι... θρησκεία ή έτσι μπορεί να μοιάζει...
Αν τίποτε εξωγήινοι παρακολουθούσαν τους αγώνες του Παγκοσμίου Κυπέλου ίσως να «έβλεπαν» τα εξής:
Κάθε Σάββατο και Κυριακή, εκατομμύρια «οπαδοί» σε όλο τον κόσμο παρακολουθούν κάποιες τελετές, «λειτουργία» άραγε; Αναρρωτιούνται. Σε υπαίθριες συνάξεις – κυριολεκτικά «εκκλησίες»: τα ποδοσφαιρικά γήπεδα.
Οι ιεροτελεστίες λαμβάνουν χώρα σε μεγάλες πράσινες ορθογώνιες περιοχές οριοθετημένες από λευκές γραμμές.
Μπροστά στο κοινό, τους θεατές, είκοσι-δύο νεαροί ιερείς ντυμένοι με ειδικές στολές σε τελετουργικά χρώματα – χωρισμένοι σε δύο ομάδες των 11.
Το πράσινο του χώρου συμβολίζει το καλοκαίρι, ενώ οι λευκές γραμμές το χειμώνα.
Η τελετή ξεκινά με τραγούδια και ιαχές από την πλευρά του κόσμου που κορυφώνονται με την είσοδο στο χώρο των 22 νεαρών που θα αγωνιστούν, προσπαθώντας να από τη μια να «γονιμοποιήσουν» το αντίπαλο τέρμα με τη μπάλα, ενώ ταυτόχρονα προστατεύουν το δικό τους.
Επιστημονική Φαντασία;
Ένα ποδοσφαιρικός αγώνας μοιάζει με θρησκευτική τελετή. Ακολουθεί ένα τυπικό μέρος που επαναλαμβάνεται. Ξετυλίγεται σαν παράσταση μπροστά σε θεατές-οπαδούς φανατικούς που συμμετέχουν εκστατικά, με τραγούδια, ύμνους, πανηγυρισμούς αλλά και... θρήνους. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις όπου οι ίδιοι οι οπαδοί χαρακτηρίζουν – μεταξύ σοβαρού και αστείου αν τους ρωτήσεις – την ομάδα τους «θρησκεία» και το γήπεδό της «ναό». Η εκδηλώσεις των φιλάθλων χαρακτηρίζονται κι αυτές από έντονη θρησκευτικότητα, καθώς στα πλαίσια ενός ποδοσφαιρικού αγώνα δίνουν σημασία σε προλήψεις, γούρια και παρόμοια. Πράγματα που την άλλη μέρα και σε άλλες περιπτώσεις οι ίδιοι άνθρωποι χαρακτηρίζουν «δεισιδαιμονικά», μπροστά στον ποδοσφαιρικό αγώνα, το «ματς» έχουν μια ξεχωριστή θέση ως «μεταφυσικά» εργαλεία «νίκης» της ομάδας και «ήττας» του αντιπάλου.
Το λένε αυτό αυθόρμητα, χωρίς λογική σκέψη. Όταν το σκέφτονται λογικά παραδέχονται ότι «ένα άθλημα είναι». Όμως εκείνα τα αυθόρμητα λόγια που συνδέουν το ποδόσφαιρο με τη θρησκευτικότητα περιέχουν περισσότερη αλήθεια απ’ όση τους δίνουμε συνήθως!
Γεγονός είναι ότι το ποδόσφαιρο ως συλλογική εκδήλωση περιέχει πολλά στοιχεία θρησκευτικότητας και όχι τυχαία. Πραγματικά υπάρχει «θρησκευτική» σύνδεση που έχει να κάνει με την προέλευση του αθλήματος, την πορεία του από την ανθρώπινη προϊστορία μέχρι σήμερα και το κεντρικό «ιερό» αντικείμενο του ποδοσφαίρου: τη «σφαίρα», τη μπάλα δηλαδή.
Το ποδόσφαιρο επίσης επιδεικνύει την αντίληψη της «σχετικότητας» του «κακού». Οι «καλοί» είναι πάντα «οι δικοί» μας, που αγωνίζονται για την επιβίωση σ’ ένα «εχθρικό» περιβάλλον, το γήπεδο, για την ενώ «οι άλλοι» είναι οι φυσικοί εχθροί τους, «οι κακοί». Που πρέπει φυσικά να «ξορκιστούν» και να νικηθούν.
Ο τρόπος που γίνεται αυτό μέσα από έναν ποδοσφαιρικό αγώνα, μοιάζει με αναπαράσταση του αγώνα της ζωής και έχει περισσότερα «μαγικά» στοιχεία, αλλά και θρησκευτικά (κανόνες, τυπικά). Κι όλα αυτά μέσα από ένα άθλημα που οι περισσότεροι θεωρούμε «σύγχρονο». Γιατί η ιστορία του ποδοσφαίρου ξεκινά – επιφανειακά – από την Αγγλία του 19ου αιώνα, και πραγματικά, το ποδόσφαιρο όπως το γνωρίζουμε σήμερα ξεκίνησε λίγο μετά το 1800 και γύρω στα 1862 είχαν παγιωθεί οι περισσότεροι κανόνες των διάφορων ποδοσφαιρικών παιχνιδιών (ποδόσφαιρο, αμερικάνικο ποδόσφαιρο, ράγκμπι, αυστραλιανό ποδόσφαιρο κτλ.) όπως τους ξέρουμε σήμερα.
Αυτή όμως η «επίσημη» ιστορία του ποδοσφαίρου είναι επιφανειακή. Το παιχνίδι ήδη παιζόταν στην Αγγλία από τον 12ο αιώνα κι ακόμα παλαιότερα. – και μέχρι να φτάσουμε στα 1800 πέρασαν εκατοντάδες χρόνια μέσα στα οποία γνώρισε ακόμα και απαγορεύσεις! Ομαδικά αγωνίσματα που χρησιμοποιούν κάποιου είδους «μπάλα» και μοιάζουν με το ποδόσφαιρο (η περισσότερο με το ράγκμπι, όσο πάμε πιο πίσω στο χρόνο!), υπήρχαν από τα αρχαία χρόνια σε όλο σχεδόν τον κόσμο. Από την αρχαία Κίνα μέχρι την προκολομβιανή Αμερική. Ενώ κάπου ανάμεσα σ’ αυτές τις αρχαίες μορφές παιχνιδιών μπάλας ξεχωρίζει ο Όμηρος και το αρχαίο Ελληνικό «ποδόσφαιρο»!
Από την Ελλάδα προέρχεται μια από τις παλαιότερες γραπτές αναφορές για παιχνίδια με μπάλες. Ο Όμηρος συνθέτοντας κάποια εποχή πριν την αρχή των Ολυμπιακών αγώνων (που αγνοεί), δηλαδή γύρω στο 850-800 π.Χ. ίσως και πιο πριν, αναφέρει στην Οδύσσεια σε δύο περιπτώσεις παιχνίδια με μπάλες. Στη ραψωδία ζ από το στίχο 100 και μετά περιγράφει το πως η Ναυσικά παίζει με τις φίλες τις κάτι μεταξύ beach volley και χάντμπωλ. Στους στίχους εκείνους περιλαμβάνεται και τόσο οικεία σκηνή, να πετάς τη μπάλα σου και αυτή να πέφτει στο νερό! Αργότερα στην ραψωδία θ από το στίχο 370 και μετά περιγράφει κάτι μεταξύ αθλήματος, χορού και ποδοσφαίρου. Δίνει μάλιστα και πληροφορίες για το χρώμα της μπάλας (κόκκινο) και τον κατασκευαστή (Πόλυβος). Έπρεπε και τότε η μπάλα να είναι «μάρκας» φαίνεται...
Ο Οδυσσέας όταν φτάνει στο νησί των Φαιάκων (μάλλον την Κέρκυρα) πρώτα συναντά την Ναυσικά που έπαιζε (με μια κόκκινη, σημειώστε το) μπάλα στην παραλία με τις φίλες της, ενώ αργότερα όταν στην πόλη γίνονται αθλητικοί αγώνες, αυτοί περιλαμβάνουν επίδειξη δεξιοτεχνίας με τη μπάλα από δύο νεαρούς. Και στις δύο περιπτώσεις το παιχνίδι μοιάζει να είναι ένας συνδυασμός ποδοσφαίρου και χειρόσφαιρας (χάντμπωλ).
Με μια κόκκινη μπάλα. Το παιχνίδι μοιάζει να είναι ένας διαγωνισμός μεταξύ δύο παικτών που δίνουν πάσες ο ένας στον άλλο με την μπάλα να μην πρέπει να ακουμπήσει στο έδαφος.
Η δράση διαδραματίζεται στο νησί των Φαιάκων (παραδοσιακά, η Κέρκυρα) τον 12ο π.Χ. αιώνα (γύρω στο 1170 π.Χ.).
Ο Όμηρος, στην Οδύσσεια, είναι δηλαδή ο πρώτος που αναφέρει παιχνίδια με μπάλα.
Πιο ξεκάθαρες ενδείξεις παιχνιδιού που έμοιαζε με ποδόσφαιρο, ως ομαδικό παιχνίδι, βρίσκουμε στην κλασική αρχαία Ελλάδα (5ος αιώνας π.Χ.) με το παιχνίδι «Επίσκυρος» ή «Harpastrum» για τους Ρωμαίους αργότερα («Άρπαστρον»). Ένα σκληρό παιχνίδι που έμοιαζε περισσότερο με το ράγκμπι (ή το αμερικάνικο ποδόσφαιρο). Οι κανόνες του ήταν απλοί: Υπήρχε μια γραμμή τέρματος την οποία αν διέσχιζε ο παίκτης, είτε με τη μπάλα, είναι απλά περνώντας την κέρδιζε πόντους. Ενώ η αντίπαλη ομάδα έπρεπε να σταματήσει τους επιτιθέμενους με κάθε τρόπο. Πέρα από αυτό τον απλό στόχο δεν υπήρχαν ούτε κανόνες, ούτε οριοθετημένο γήπεδο, ούτε ορισμένος αριθμός παικτών. Η μπάλα ήταν μικρή από σκληρό δέρμα και παραγεμισμένη με πούπουλα.
Αλλά το «Άρπαστρον» δεν ήταν το μόνο. Σε άλλα παρόμοια παιχνίδια των αρχαίων Ελλήνων φαίνεται να υπάρχει κάποια εξέλιξη. Στο παιχνίδι «φολλις» η «μπάλα» ήταν μεγαλύτερη από φουσκωμένο έντερο ζώου κι έμοιαζε περισσότερο με τις σημερινές. Στο παιχνίδι «Επίσκυρος» (ή «Φαινίνδα») υπήρχαν πλέον δύο ομάδες με ορισμένο (και ίσο μεταξύ τους) αριθμό παικτών σύμφωνα με αναφορές του θεατρικού ποιητή Αντιφάνη (388-311 π.Χ.). Στη μέση του χώρου του παιχνιδιού υπήρχε μια γραμμή, ενώ υπήρχαν και γραμμές «τερμάτων» στα δύο άκρα. Παράλληλα με την Ελλάδα, γραπτές αναφορές από την Κίνα μιλούν για «ποδόμπαλα» λίγο αργότερα.
Στην Αρχαία Ελλάδα τα παιχνίδια μπάλας ήταν περισσότερο δημοφιλή στην Σπάρτη όπου η ομαδικότητα καλλιεργούνταν με τον ομαδικό αθλητισμό. Αλλά και στην Αθήνα θα πρέπει να ήταν δημοφιλή τα παιχνίδια μπάλας. Διασώζεται η πληροφορία ότι οι Αθηναίοι ψήφισαν να φτιαχτεί άγαλμα του Αριστόνικου από την Κάρυστο, και να του δοθεί – πολύ τιμητικά – το δικαίωμα να είναι Αθηναίος πολίτης, επειδή ήταν πολύ επιδέξιος με τη μπάλα (καλός στις τρίπλες!).
Οι αναφορές του Ομήρου, προέρχονται από την εποχή του Τρωϊκού πολέμου κι ακόμα παλαιότερα, τα Μινωικά και Μυκηναϊκά χρόνια και γι’ αυτό μπορούμε να είμαστε βέβαιοι αφού έχουν ανακαλυφθεί Υστερομινωικές παραστάσεις παιχνιδιού με μπάλες. Το παιχνίδι με μπάλα λοιπόν από τους Έλληνες έχει ιστορία που περνά από τον 12ο και 13ο π.Χ. αιώνα και χάνεται στην προϊστορία.
Οι Ομηρικές μπάλες είναι κόκκινες (και μάλλον πάνινες) και μαζί με κάποιες αρχαίες αναπαραστάσεις αρχίζουν να διηγούνται μια «άλλη» ιστορία του ποδοσφαίρου. Σ’ αυτήν το σημερινό άθλημα είναι λιγότερο «αθλητικό» και περισσότερο «μεταφυσικό» ή θρησκευτικό. Γιατί στον κόσμο των αρχαίων η κόκκινη σφαίρα-μπάλα συμβόλιζε τη γονιμότητα και τον «κόκκινο δίσκο» που ήταν ο φορέας της… το φεγγάρι.
Το κόκκινο είναι χρώμα που σχετίζεται με τον Έρωτα και το Φεγγάρι. Σε ποίημα του αρχαίου ποιητή Ανακρέοντα δείχνεται ο Έρωτας να πετάει, όχι βέλη όπως τον θέλουν κάποιες πολύ μεταγενέστερες αναπαραστάσεις, αλλά μια κόκκινη μπάλα! Η «σφαίρα» δε σε σχέση με τον Έρωτα δεν είναι τυχαία, ούτε μοναδική στον Ανακρέοντα. Η «σφαίρα» ήταν σύμβολο Ορφικό και ήταν ακόμα ένα από τα παιχνίδια του Ζαγρέα – του νεαρού Διόνυσου. Κι έτσι κόκκινη (πορφυρέη) μπάλα που παίζουν οι νεαροί Φαίακες στην Οδύσσεια, δεν είναι απομονωμένο περιστατικό. Όπως γράφει ο Παναγής Λεκατσας στο βιβλίο του «ΕΡΩΣ»: «… Το τόπι είναι ομοίωμα του φεγγαριού. Τα παιχνίδια του κατεβαίνουν από τους μαγικούς αγώνες της φεγγαρολατρείας και στην Ελλάδα ανακρατεί ιερουργικό χαρακτήρα. Το πορφυρό έτσι χρώμα των Φαιάκων (που πολλά της εικόνας τους έχουν μινωική χαραγή) δεν είναι ασχέτιστα με το φεγγάρι. Η σελήνη πάλι, είναι πορφυρή και αυτή…» (κεφ. 11)
Ένα άλλο αξιοσημείωτο εδώ είναι ότι το φεγγάρι, όσο πιο πίσω πάμε στο χρόνο, τόσο πιο «αρσενικό» είναι. Σήμερα το φεγγάρι θεωρείται ως γυναικείο και θηλυκό «σύμβολο». Πραγματικά ήδη από την Ελληνική αρχαιότητα είχε αρχίσει να παίρνει αυτή τη γυναικεία μορφή, όμως δεν ήταν πάντοτε έτσι. Το φεγγάρι στην προϊστορία και στα πρώτα χρόνια της ιστορίας φαίνεται να ήταν «αρσενικό». Όχι απλά σύμβολο αλλά και φορέας το ίδιο της γυναικείας γονιμότητας. Σαν άντρας, «γονιμοποιούσε» και κάποτε πίστευαν ότι εξαιτίας του ερχόταν τα παιδιά. Ήταν ο Άντρας, όλων των γυναικών.
Αυτό στις αρχαίες κοινωνίες, όπου η γονιμότητα ήταν ίση με την επιβίωση, είχε ξεχωριστή σημασία. Το κόκκινο φεγγάρι, που έλεγχε τη γονιμότητα, ήταν κάτι που οι γυναίκες αγωνιζόταν «να κατεβάσουν» για να είναι γόνιμες. Αρχαίες αναπαραστάσεις, όπως εκείνη που δείχνει «Μάγισσες από τη Θεσσαλία» να κατεβάζουν το φεγγάρι, με τη χρήση μαγικών, ξίφους και ραβδιού, δείχνει το πώς προσπαθούσαν να ελέγξουν τον φεγγάρι ως «παράγοντα εγκυμοσύνης». Δοξασία που περνώντας μέσα από Βυζαντινά Γιατροσόφια έφτασε παραλλαγμένη μέχρι τις μέρες μας αλλά έχει τις αρχές της στην Παλαιολιθική εποχή.
Ενώ όμως οι γυναίκες θεωρούσαν τέτοιο το φεγγάρι, άρχισαν οι άντρες να κυριαρχούν στις γυναίκες, κι ο έλεγχος του φεγγαριού, της κόκκινης σφαίρας, πέρασε σ’ αυτούς. Έτσι από τα αρχαία χρόνια μέχρι και σήμερα τα παιχνίδια με τη μπάλα είναι κυρίως «ανδρικά αθλήματα». Παρά τη συμμετοχή γυναικών, και ως παίκτριες και ως θεατές, σε παιχνίδια με μπάλα, γεγονός είναι ότι αυτά δεν συναρπάζουν και πολύ την πλειοψηφία των γυναικών. Δεν τα βρίσκουν αρκετά ενδιαφέροντα., καθώς η «γονιμοποίηση» είναι ανδρικό «παιχνίδι». Γιατί τελικά περί αυτού πρόκειται:
Το ποδόσφαιρο ως Γονιμική Ιεροτελεστία. Γιατί τελικά το ποδόσφαιρο δεν είναι «θρησκεία» αλλά «μαγεία». Γι’ αυτό και μαγεύει τους «φιλάθλους» σε ολόκληρο τον κόσμο. Γι’ αυτό και φέτος στο Mudial οι ζωές και οι ρυθμοί των περισσοτέρων μας θα αλλάξουν ακόμα κι αν δεν δούμε τους αγώνες.
Θα είναι ακόμα και χωρίς να το ξέρουμε «πιστό» στην πανάρχαια παράδοση παιχνιδιών με μπάλα: μια διονυσιακή περιπέτεια, αναζήτησης, περιπλάνησης και γλεντιού που διώχνει τις έγνοιες από το νου. Έστω και για 90 λεπτά κάθε φορά.
Αυτό είναι το «μυστικό» του Mudial. Η δύναμη που κρύβει μέσα της η μπάλα, έτσι ώστε να μπορεί να επηρεάζει τη ζωή των ανθρώπων με τρόπους που δεν υποπτευόμαστε.
Βέβαια, αυτή η δύναμη έχει και τη σκοτεινή της πλευρά. Όπως και τα περισσότερα πράγματα στη ζωή μπορεί να χρησιμοποιηθεί καταχρηστικά:
Από την μια η – δήθεν – «λαμπερή» της πλευρά προωθεί τον καταναλωτισμό και τη χωρίς κριτική και λογική σκέψη μανία για αγορές. Μην ξεχνάμε ότι οι «χορηγοί» περιμένουν σκληρά ανταλλάγματα από τους αγώνες που μας «προσφέρουν».
Από την άλλη, στη σκιά, μια εξίσου χωρίς κρίση και λογική σκέψη μανία που οδηγεί στο φανατισμό, και τελικά στον εξευτελισμό των «φιλάθλων» με το «χουλιγκανισμό».
Για το ποδόσφαιρο, και ειδικά με αφορμή ποδοσφαιρικούς αγώνες του Παγκοσμίου Κυπέλου έχει γίνει ακόμα και πόλεμος: Ο Πόλεμος του Ποδοσφαίρου έγινε μεταξύ Ονδούρας και Ελ Σαλβαδόρ από τις 14 Ιουλίου του 1969 μέχρι τις 20 Ιουλίου. Το αποτέλεσμα του «αγώνα» ήταν να χάσουν και οι δύο χώρες: 2000 νεκροί (οι περισσότεροι άμαχοι) από της πολεμικές συγκρούσεις… Έφταιγε το ποδόσφαιρο; Όχι φυσικά, τα αίτια ήταν οικονομικά, αλλά το ποδόσφαιρο το είδαν, όπως και πολλοί άλλοι, σαν αφορμή.
Σε κάθε περίπτωση αυτές οι πλευρές δεν έχουν να κάνουν με την «ιερή» διονυσιακή μανία της χαράς και του γλεντιού της ζωής που γεμίζει ενθουσιασμό για το άθλημα.
Όλα τα παιχνίδια με μπάλα ή μπάλες προέρχονται από τις παλιές τελετουργίες με "σφαίρες". Έτσι ότι ισχύει για το ποδόσφαιρο ισχύει και για το βόλεϊ, το χάντμπολ, και το μπάσκετ (όπου διατηρείται και η «κόκκινη» μπάλα). Στις μέρες μας απλά βρίσκουμε την πιο έντονα θρησκευτική/μαγική τους έκφραση μέσα από το ποδόσφαιρο, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν ισχύει αυτό και με τα υπόλοιπα παιχνίδια μπάλας. Ομαδικά ή μη. Στα ομαδικά είναι όμως εντονότερο το στοιχείο γιατί πρόκειται για συλλογικές πράξεις – όπου συμμετέχει ο «δήμος» (ο λαός), ενώ στα μη-ομαδικά παιχνίδια ξεχωρίζει ο προσωπικός ανταγωνισμός.
Το ποδόσφαιρο, κι όπως το γνωρίζουμε σήμερα, είναι φανερά ένα παράγωγο θρησκευτικών τελετών που συμβολίζουν τον αγώνα να διατηρηθεί «του αυγό» (ωάριο) της ζωής από τους κινδύνους του χειμώνα.
Να μην ξεχνάμε ότι και ημερολογιακά ακολουθεί τις αλλαγές των εποχών. Η ποδοσφαιρική περίοδος ξεκινά με το τέλος του καλοκαιριού και τον Σεπτέμβριο, κοντά στην Φθινοπωρινή ισημερία (που κατά κάποιο τρόπο σημαδεύει και την έναρξη της «νέας» χρονιάς: ανοίγουν τα σχολεία, ξεκινά το νέο θρησκευτικό – εκκλησιαστικό - έτος κτλ.) Είναι η εποχή της αφθονίας, με το θερισμό να έχει ολοκληρωθεί και τον τρύγο να αρχίζει. Ενώ λήγει όταν τα σπαρτά αρχίζουν να είναι έτοιμα για θερισμό κι όταν το κυνήγι θηραμάτων είναι ευκολότερο. Κοντά στο Θερινό ηλιοστάσιο.
Ο κάθε παίκτες ως «άρχοντας των θηρίων» (πόσις θηρών) κυνηγά τη μπάλα που μπορεί να είναι ταυτόχρονα φορέας της γονιμότητας – το ιερό «αυγό» - αλλά και της τροφής αν την δούμε ως «όπλο» με το οποίο εξασφαλίζει την τροφή – άρα και την επιβίωση της «φυλής».
Αυτό μοιάζει σαν μια αναχώρηση από τη φεγγαρική προέλευση, αφού ακολουθεί τον ηλιακό κύκλο, όμως στην πραγματικότητα ακολουθεί απλά τις εποχές. Η γονιμότητα δεν είναι συνδεδεμένη μονάχα με το φεγγάρι μα και με τον ήλιο.
Κι όχι μονάχα στην αρχαία Ελλάδα. Αν και από εκεί έχουμε πληροφορίες μιας σχεδόν αδιάσπαστης αθλητικο-θρησκευτικής παράδοσης, τα παιχνίδια με τη μπάλα είναι παγκόσμιο φαινόμενο κι αυτή η οικουμενικότητά τους δείχνει την παλαιολιθική παλαιότητα του γονιμικού συμβολισμού τους.
Στην – εχθρική για την Ελλάδα – Περσία των περσικών πολέμων υπήρχε κάποιο παιχνίδι με μπάλα όμοιο με το σημερινό πόλο (5ος αιώνας π.Χ.)
Από την Κίνα έχουμε πληροφορίες από τα χρόνια της Δυναστείας Χαν (2ος π.Χ. αιώνας), για ένα παιχνίδι σαν το ποδόσφαιρο, το cu ju όπως το αποκαλεί ένα στρατιωτικό εγχειρίδιο της εποχής και το οποίο παιζόταν με δερμάτινη μπάλα.
Στην Ιαπωνία του 600 μ.Χ. έπαιζαν στην Αυτοκρατορική Αυλή του Κυότο το kemari, επίσης παιχνίδι σαν το ποδόσφαιρο.
Παρόμοια παιχνίδια (και σημαντικότερα για την έρευνα) είναι αυτά που ανακαλύφθηκαν να παίζονται από ιθαγενείς της Αυστραλίας ( το Marn Grook), οι οποίοι ζούσαν αποκομμένοι από την υπόλοιπη ανθρωπότητα για χιλιάδες χρόνια.
Ενώ πιο γνωστά είναι τα «μέχρι θανάτου» ποδοσφαιρικά παιχνίδια των Μάγιας και των Αζτέκων της προκολομβιανής Αμερικής.
Οι μπάλες φτιαχνόταν από πολλά διαφορετικά υλικά, συνήθως δέρματα τυλιγμένα. Η φουσκωτή μπάλα από καουτσούκ ίσως είναι Μεσοαμερικάνικη επινόηση, αν και μπάλα από φουσκωμένο δέρμα αναφέρεται σε σχέση με την αρχαία Ελλάδα.
Όλη αυτή η παράδοση της αρχαιότητας τελικά βρήκε γόνιμο έδαφος στα βροχερά Βρετανικά νησιά. Στην Αγγλία του 12ου αιώνα βρίσκουμε ένα παιχνίδι που έμοιαζε ήδη περισσότερο μ’ αυτό που ξέρουμε και γρήγορα έγινε τόσο δημοφιλές ώστε σε κάποιες περιπτώσεις να το απαγορεύσουν! Πραγματικά, κατά τη διάρκεια των βασιλειών του Ερρίκου του 2ου και του Ερρίκου του 4ου το ποδόσφαιρο γνώρισε την απαγόρευση καθώς είχε θεωρηθεί ότι απομάκρυνε τους ανθρώπους από τα «παραδοσιακά» Αγγλικά αθλήματα όπως την ξιφομαχία και την τοξοβολία.
Αλλά παράλληλα με όλη αυτή την ιστορική και αθλητική πλευρά του ποδοσφαίρου κινούνταν και η μεταφυσική του. Η ποδοσφαιρική θρησκευτικότητα!
Το ποδόσφαιρο όπως το γνωρίζουμε σήμερα εξακολουθεί να «ανδρικό» γιατί λίγο συναρπάζει τις γυναίκες κι ίσως αυτό να οφείλεται στο ότι δεν είναι άμεσα θρησκευτικό (να μην ξεχνούμε ότι οι γυναίκες είναι γενικά πιο «θρήσκες»). Στηρίζει όμως και στηρίζεται από θρησκευτικά στοιχεία και προλήψεις.
Ολόκληρη σχεδόν η «βιομηχανία» τύχης των ημερών μας, στοιχήματα, ΠΡΟ-ΠΟ κτλ. στηρίζονται περισσότερο στο ποδόσφαιρο, παρά στα άλλα αθλήματα.
Αλλά το μεγάλο ρόλο, ίσως μεγαλύτερο από εκείνο των παικτών τον παίζει ο απλός αλλά «μαγικός» λαός: οι φίλαθλοι.
Όλοι θυμόμαστε ακόμα την πραγματικά Διονυσιακή φρενίτιδα που κατείχε την Ελλάδα όταν ξαφνικά διαπιστώσαμε ότι αγγίζαμε το περιπόθητο «Πανευρωπαϊκό Κύπελο» το 2004.
Ολόκληρη η «μαγική» τεχνολογία του ποδοσφαίρου μπήκε σε «εφαρμογή». Τα «γούρια» έδιναν κι έπαιρναν. Άνθρωποι έκαναν εκατοντάδες χιλιόμετρα διασχίζοντας την Ελλάδα έτσι ώστε να μπορέσουν να καθήσουν στο ίδιο ακριβώς σπίτι, στην ίδια ακριβώς καρέκλα, φορώντας τα ίδια ακριβώς ρούχα και με την ίδια ακριβώς παρέα (και τις ίδιες μπύρες ασφαλώς!) με τον «προηγούμενο» αγώνα που «είχαμε νικήσει»!
Οι ιαχές, τα … οργιακά βακχικά συνθήματα (χαρακτηριστικά προσανατολισμένα προς τη σεξουαλική πράξη και τη γονιμότητα!) οι σχεδόν ιεροτελεστικές κινήσεις ως χεριών του πλήθους, στα γήπεδα, στις πλατείες και τους… καναπέδες. Οι «ευχές» ξόρκια να μπει η μπάλα στο δίχτυα του αντιπάλου και να μη μπει στα δικά μας…… τα μαγικά, όχι κάποιοι καλοπληρωμένου παίκτη, αλλά τα μαγικά των απλών ανθρώπων σε ενέργεια! Φυσική μαγεία… και κάτι παραπάνω…
Ο ρόλος του «λαού» είναι σημαντικός κι αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι η ομάδα που παίζει «εκτός έδρας» ή με άδειο το γήπεδο λόγω τιμωρίας βρίσκεται σε μειονεκτική θέση. Είναι λες και η μπάλα «υπακούει» στις σιωπηλές «εντολές» τηλεκίνησης της πλειοψηφίας!
Ακούγεται παράξενο αλλά είναι κάτι που έχει κατά καιρούς μελετηθεί (π.χ. από το Ίδρυμα Παραψυχολογίας Leonid Vasiliev στη Ρωσία). Τα συμπεράσματα δεν είναι ασφαλή αλλά δείχνουν ότι όσο περισσότεροι «θέλουν» κάτι συγχρονισμένα τόσο πιο πιθανό είναι να γίνει. Και ποιας άλλης χώρας ο λαός ήθελε τόσο διακαώς το «Πανευρωπαϊκό» στο ποδόσφαιρο ή στο Μπάσκετ τα τελευταία χρόνια; Πόσο «έσπρωχνε» όλη η Ελλάδα τη μπάλα προς το καλάθι σ’ εκείνο το «επικό»: Βάλτο αγόρι μου;
Μπορούμε να αναρωτιόμαστε λοιπόν: Αν η ομάδα μας δε νίκησε, μήπως είναι επειδή δεν το επιθυμήσαμε αρκετά; Σίγουρα οι παίκτες δεν σκοράρουν μόνοι τους, αλλά να τους βοηθά και το πλήθος, αλλιώς δεν θα υπήρχε εξάρτηση και πλεονέκτημα «έδρας».
Όλα αυτά με ένα σκοπό: να μπει η μπάλα στα δίχτυα του αντιπάλου. Αν αυτό δεν είναι συμβολισμός γονιμοποίησης τότε αναρωτιέμαι, τι είναι;
Αλλά είναι πραγματικά συμβολισμός γονιμοποίησης και νίκης των ανθρώπων ενάντια στους φυσικούς εχθρούς και στην εχθρική φύση. Κι όλα αυτά μέσα από ένα άθλημα που περιέχει μέσα του πολλά περισσότερα απ’ όσα αφήνουν τα φαινόμενα να δούμε.
Κι όσο κι αν είναι έντονότερος ο Διονυσιακός χαρακτήρας στα «Παγκόσμια» και «Πανευρωπαϊκά» κύπελα, το ίδιο σε μικρογραφία γίνεται τα Σαββατοκύριακά. Μέσα κι έξω από τα γήπεδα. Με τους φιλάθλους-οπαδούς να ξορκίζουν το κακό και να προσκαλούν την αφθονία, σε γκολ, αλλά και στη ζωή του την ίδια. Αυτό που μοιάζει με άθλημα, καταλαβαίνουν οι ίδιοι ότι είναι κάτι βαθύτερο. Μια ιερή πράξη που χωρίς να γίνεται αντιληπτό δίνει στο ποδόσφαιρο το ξεχωριστό του (και ακατανόητο αν το δούμε διαφορετικά, από ξερή ‘αθλητική’ σκοπιά) νόημα.