Το Είναι στην Φαινομενολογία θεωρείται ως
Δραστηριότητα, όχι ως ουσία. Έτσι το Είναι ταυτίζεται με το Νοείν, την
Συνείδηση του Είναι. Είναι και Συνειδέναι, Συνείδηση του Είναι, Νοείν, είναι το
ίδιο πράγμα, Το Είναι λοιπόν, ως κατάσταση και αφηρημένη
ενέργεια, δεν έχει σαφή όρια και καθορισμένη λειτουργία. Ταυτίζεται έτσι
με το Κενό, το Άπειρο, το Αιώνιο, το Άχρονο, κ.λπ. Σε Αυτό το Είναι
αναφέρεται κάθε «υποκειμενική» ή «αντικειμενική» αντίληψη του «είναι».
Αυτή την θεωρητική γραμμή ακολούθησε η
αρχαιοελληνική φιλοσοφία με τον Πλάτωνα και τον Πλωτίνο και η δυτική φιλοσοφία
μέχρι τον Χέγκελ και τον Χάιντεγκερ αλλά και διάφορες θρησκευτικές παραδόσεις,
η ινδική κοσμοθεωρία, η ταοϊστική παράδοση, κ.λπ.
Το Είναι θεωρήθηκε μέσα στην ιστορία με
διαφορετικούς τρόπους. Ταυτίστηκε με την «Φύση», θεωρήθηκε ως το Ιερό Απόκρυφο
απέναντι στην ορατή φύση, αναδύθηκε στο Όλον, στην Αρχή στην οποία αναφέρεται
κάθε «είναι», και τέλος αποκαλύφτηκε ως το Είναι (το Απόλυτο Είναι). Έτσι
δημιουργήθηκαν διάφοροι τύποι θρησκείας
Η Θρησκειολογία λοιπόν έχει ως αντικείμενο το
Είναι, τις διάφορες θεωρήσεις του Είναι, την σύγκριση διαφόρων θεωρήσεων του
Είναι αλλά και συγκεκριμένα θρησκευτικά συστήματα (θρησκεύματα). Πιο συγκεκριμένα
η Θρησκειολογία ασχολείται με το Είναι ως Δραστηριότητα, ως Συνείδηση, ως
Περιεχόμενο και εξετάζει όλο τον κύκλο της «εξέλιξής» της. Όπως θα μπορούσε να
διατυπωθεί ή έχει διατυπωθεί.
Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε ότι θρησκεία
είναι μια θεωρητική κατασκευή που μπορεί να διατυπωθεί συγκεκριμένα οποιαδήποτε
στιγμή. Πρόκειται μάλλον για τρόπο αντίληψης της πραγματικότητας και όχι για
κάτι καθορισμένο. Τα διατυπωμένα συστήματα είναι τα ιστορικά θρησκεύματα.
Η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΕΙΝΑΙ, ανήκει στον χώρο του «Καθαρού
Είναι», πέρα από την όποια αντίληψη, πέρα από τον χώρο και τον χρόνο. (Η
αντίληψη ότι η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ είναι εξαρτημένη πραγματικότητα δεν είναι παρά μια
αντίληψη της ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ – προϋποθέτει δηλαδή την ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ – και δεν είναι
«απάντηση» στο ερώτημα «τι είναι συνείδηση»)…
Η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ, είναι ένας «Ενιαίος
Ανοιχτός Χώρος» εντός του οποίου είναι δυνατές όλες οι αντιληπτικές
καταστάσεις. Είναι δυνατή η αντίληψη του Ιδίου Είναι, του Απόλυτου Είναι, του
Άπειρου Είναι, του Άμορφου Είναι, κ.λπ.… Είναι δυνατός ο περιορισμός της
συνειδητότητας, η απορρόφηση στο «αντικείμενο», στο «αντικειμενικό» κ.λπ… Όλες
αυτές οι «αντιληπτικές καταστάσεις» υπάρχουν στα πλαίσια της ΜΙΑΣ
ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ, δεν μπορούν να «διαχωριστούν»…
Σύμφωνα με μια άλλη θεώρηση, αυτό μπορεί να «διατυπωθεί»
διαφορετικά. Η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ αλλά μπορεί να «διαχωριστεί» το
«Βάθος», η «Εσώτερη Αντίληψη του Είναι», από τις περιορισμένες επιφανειακές
αντιλήψεις: έτσι κάθε Ον, στο Εσώτερο Είναι του είναι το Απόλυτο, όλα τα άλλα
είναι επιφανειακές καταστάσεις. Το Εσώτερο Είναι, το Όντως Είναι, το Καθαρό
Είναι, το Απόλυτο Είναι, ό,τι ονομάζεται Θεός, είναι η Ουσία, η Αιτία των
πάντων…
Σύμφωνα και με αυτή την δεύτερη θεώρηση λοιπόν,
εντός της ΜΙΑΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ υπάρχει το Απόλυτο, δεν είναι κάτι έξω από την
ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ, (ο Θεός δεν είναι έξω από την ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ)…
Η Θεώρηση του ΕΝΙΑΙΟΥ ΤΗΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ εντός του
οποίου εντάσσεται η Υπέρτατη Αντίληψη του Είναι, του Απολύτου, κ.λπ., καθώς και
οι επιμέρους αντιλήψεις αποτελούν την Μεταφυσική Βάση κάθε θρησκευτικής σκέψης…
Η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ «κινείται» ανάμεσα στην Εσώτερη
Αντίληψη του Είναι, στο Απόλυτο Είναι (Θεότητα) και τις εξωτερικές αντιλήψεις
(περιορισμένο εγώ, αντικειμενικές καταστάσεις, κ.λπ.)...
Με βάση αυτή την «αντίληψη» θεμελιώνεται η «σχέση»
Εσώτερου Είναι (Θεότητα) και όντος (εγώ, κ.λπ.), η «επικοινωνία» η «τελείωση»,
κ.λπ….
Φιλοσοφία είναι η εντός και δια της
Συνείδησης δόμηση της βέβαιης ή βεβαιούμενης γνώσης έτσι ώστε να φτάσουμε σε
μια συνολική αντίληψη της πραγματικότητας, αλλά και στην γνώση των επιμέρους
όψεων ή περιοχών της πραγματικότητας…
Μια «δομημένη» φιλοσοφία:
1) Αποδέχεται την Οντολογική Θεμελίωση της
Πραγματικότητας που πηγάζει από το άμεσο δεδομένο της Συνείδησης (της
Αντίληψης της Ίδιας Ύπαρξης ως «Είναι») – και την δυνατότητα μιας
βέβαιης γνώσης, μέσω των διαφόρων λειτουργιών της Συνείδησης (συνείδηση,
νόηση, αίσθηση, εμπειρία). Διαφορετικά δεν μπορεί να θεμελιωθεί καμιά αντίληψη
περί της πραγματικότητας.
2) Καθορίζει την δυνατότητα της γνώσης,
τις προϋποθέσεις της γνώσης, την δόμηση (τους τρόπους δόμησης) της γνώσης, την
εγκυρότητα της γνώσης.
3) Προσδιορίζει το «Είναι» και την σχέση του «Είναι» με την ποικιλία
των φαινομένων…
α) Η συνείδηση μπορεί να αντιλαμβάνεται τον εαυτό της σε αναφορά με Μια
Ολική Συνείδηση, να αντιλαμβάνεται αυτή την Μία Συνείδηση ως την Ύστατη
Πραγματικότητα, ως την Εσωτερική Πραγματικότητα, ως το Καθαρό Είναι, ή να
αντιλαμβάνεται τον εαυτό της «περιορισμένο» (ως «εγώ», ως «είναι») «παράλληλα»
με άλλες συνειδήσεις απέναντι και εντός του αντικειμενικού κόσμου.
β) Στην πρώτη περίπτωση η συνείδηση αντιλαμβάνεται τον Εαυτό της ως Καθαρό
Είναι, και ό,τι προέρχεται, ανήκει και προορίζεται για τον «μεταφυσικό» κόσμο.
Στην δεύτερη περίπτωση η συνείδηση αντιλαμβάνεται τον εαυτό της ως «είναι»
απέναντι και εντός (ως «σώμα») του αντικειμενικού κόσμου. Οι άλλες συνειδήσεις
υπάρχουν «παράλληλα» και αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους ως «είναι» απέναντι και
εντός (ως «σώμα») του ίδιου αντικειμενικού κόσμου. Οι άλλες συνειδήσεις δεν
υπάρχουν στον εξωτερικό κόσμο ως αντικείμενα.
Ανάλογα με την λειτουργία της Συνείδησης που
προτάσσεται, η δομημένη φιλοσοφία μπορεί να χαρακτηριστεί:
1) Ως Μεταφυσική, όταν
προτάσσεται η Καθαρή Συνείδηση,
όταν η «συνείδηση» αντιλαμβάνεται τον εαυτό της σε
αναφορά με την Ολική Συνείδηση, ενώ ο κόσμος
θεωρείται ως ενέργεια, διεργασία, κατασκευή της Συνείδησης.
2) Ως ορθολογιστική, όταν προτάσσεται η νόηση, όταν
η συνείδηση αντιλαμβάνεται και ερμηνεύει την πραγματικότητα μέσω της
λογικότητας και ερμηνεύει την σχέση «Είναι» και φαινομένου με διάφορους
τρόπους.
3) Ως εμπειριοκρατική, όταν προτάσσεται η
αντίληψη (μαζί με τις αισθήσεις), όταν η συνείδηση αντιλαμβάνεται και ερμηνεύει
την πραγματικότητα μέσω της αντίληψης και της αίσθησης του εξωτερικού κόσμου.
4) Ως υλισμός, όταν προτάσσεται η «ύλη», όταν
η συνείδηση ερμηνεύει όλα τα φαινόμενα ως υλικά φαινόμενα.
Η ύπαρξη και λειτουργία της Συνείδησης είναι ευρύτερη της
απλής νόησης και της λογικότητας (της λογικής σκέψης, της σύμφωνης με
ορισμένους νόμους σκέψης) και της δια της εμπειρίας επιβεβαιούμενης γνώσης.
Επομένως για την Συνείδηση η γνώση, η βεβαιούμενη γνώση, είναι ευρύτερη της
ορθολογιστικής γνώσης που περιλαμβάνει μόνο την γνώση του «αντικειμενικού» και
της εμπειρικής γνώσης που είναι ακόμα στενότερη περιοχή γνώσης (αφού δεν
μπορούν όλα όσα νοούνται να επαληθεύονται)… Έτσι τα πέραν της νόησης
δεν μπορούν να συλληφθούν με την νόηση, η νόηση πρέπει να «παραιτηθεί»
ολοσχερώς… Αυτό σημαίνει ότι η μεταφυσική φιλοσοφία έχει μια ευρύτερη
ερμηνεία από την ορθολογιστική ή την εμπειριοκρατική ή την υλιστική φιλοσοφία.
Η Μεταφιλοσοφία είναι η συστηματική δόμηση της
βέβαιης γνώσης που πραγματοποιείται με όλες τις λειτουργίες της Συνείδησης κι
όχι μέσω μιας επιμέρους λειτουργίας. Σε μια τέτοια δόμηση προτάσσεται η ανώτερη
λειτουργία (αφού μπορεί να παράγει μια συνολική αντίληψη της πραγματικότητας,
της ευρύτερης γνώσης που υπερκαλύπτει όλες τις επιμέρους γνώσεις) και μετά οι
κατώτερες λειτουργίες που αναφέρονται στις επιμέρους περιοχές της
πραγματικότητας (και παράγουν περιορισμένη γνώση)… Η Μεταφιλοσοφία είναι λοιπόν
εκ των πραγμάτων Μεταφυσική ενώ παράλληλα χρησιμοποιεί την λογικότητα και την
αντίληψη σε ένα οργανωμένο σύστημα γνώσης.
Μια Συνολική Αντίληψη της Πραγματικότητας πρέπει
να λάβει υπ’ όψιν τις λειτουργίες της Συνείδησης, ορθά ιεραρχημένες, (και την
δυνατότητα της Συνείδησης να λειτουργεί σε διάφορα επίπεδα), δεν μπορεί να
επιτευχθεί μόνο μέσω μιας ιδιαίτερης λειτουργίας.
Η συστηματική δόμηση μιας πλήρους αντίληψης
της Πραγματικότητας αποτελεί ένα πλήρες Φιλοσοφικό Σύστημα.. Παράλληλα μπορούν
να δομηθούν επιμέρους αντιλήψεις της πραγματικότητας…
Μια συνολική Αντίληψη της Πραγματικότητας είναι δυνατή όταν η
Συνείδηση «αντιλαμβάνεται» το Ίδιο το Είναι της, το Καθαρό Είναι, το Απόλυτο
Είναι, παραιτούμενη από όλες τις κατώτερες λειτουργίες, νόηση, αίσθηση, κ.λπ.
Μόνο όταν το Είναι τεθεί ως Αρχή κάθε επιμέρους «ύπαρξης» μπορεί να δομηθεί μια
συνολική αντίληψη της Πραγματικότητας… Αυτή η αντίληψη δεν έχει καμία σχέση με
ένα ορθολογιστικό σύστημα που δομείται μέσω της νόησης…
Ψυχολογία είναι η επιστήμη που έχει ως αντικείμενο
την «ΨΥΧΗ» της οποίας η κυριότερη λειτουργία είναι η ΣΥΝΕΙΔΗΤΟΤΗΤΑ…
Η Ψυχή είναι Μία και Μοναδική… Το ΑΣΥΝΕΙΔΗΤΟ (το
Έσω, η βαθύτερη Οντολογική Πραγματικότητα) και το ΣΥΝΕΙΔΗΤΟ (ο περιορισμός της «επίγνωσης»
στην απλή αντίληψη της ύπαρξης και των σχέσεων με τον χώρο ύπαρξης – δηλαδή μια
ζώνη εμπειρίας περιορισμένη και τεχνητή) διαφέρουν μόνο ως προς τον
βαθμό επίγνωσης…
Το ΑΣΥΝΕΙΔΗΤΟ, δηλαδή το Έσω, η Βαθύτερη
Οντολογική Πραγματικότητα, απλώνεται πέρα από όλα τα όρια, στο Άπειρο, στο
Αιώνιο, στο Υπερβατικό… Το ΣΥΝΕΙΔΗΤΟ αναδύεται από το ΑΣΥΝΕΙΔΗΤΟ. Είναι
περιορισμένη επίγνωση της Ύπαρξης και σχηματοποιείται σε συγκεκριμένες
αντιλήψεις – το σύμπλεγμα αυτών των αντιλήψεων είναι το «εγώ». Το εγώ
προσδιορίζεται από τις αποκρυσταλλωμένες αντιλήψεις και την συνεχιζόμενη
διαδικασία και καθορίζεται από την ροή της αντίληψης του χώρου ύπαρξης…
Το ΑΣΥΝΕΙΔΗΤΟ, η Βαθύτερη Πραγματικότητα, που
ανήκει στον χώρο του Καθαρού Είναι, είναι κοινή Ουσία όλων των υπάρξεων… Είναι
η Πηγή από την οποία πηγάζουν τα πάντα…
Η ΨΥΧΗ ΑΥΤΗ ΚΑΘ’ ΕΑΥΤΗ, η Ουσία, Άπειρη στην Φύση
Της, Αιώνια, Υπερβατική, βρίσκεται συνήθως έξω από την επίγνωση, το συνειδητό
εγώ… Μπορούμε να «διευρύνουμε» (με εσωτερικές διεργασίες) την επίγνωση
σπάζοντας τα όρια του εγώ, να «συνειδητοποιήσουμε» το ΑΣΥΝΕΙΔΗΤΟ, να
«συνειδητοποιήσουμε» την Άπειρη Ουσία…
Η ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ είναι η Απελευθέρωση της Συνείδησης
από κάθε εξωτερικό προσδιορισμό (αντίληψη), από κάθε εσωτερική διαδικασία
(νόηση) και εντυπωμένη μνήμη (ατομικό ασυνείδητο)…
Οδηγούμαστε έτσι σε μια ΣΥΝΕΙΔΗΤΟΤΗΤΑ χωρίς
περιεχόμενο (ατομικό περιεχόμενο), ανοιχτή σε κάθε εμπειρία…
Είναι η συγχώνευση του ΣΥΝΕΙΔΗΤΟΥ με το ΑΣΥΝΕΙΔΗΤΟ… Πέραν Αυτού απλώνεται το
Θείον…
Η Συνείδηση, η Γνώση, η Αλήθεια, η Πραγματικότητα,
δεν έχουν «αρχή» και «τέλος»: είναι μια «Περιοχή» ευρύτερη της Λογικότητας, που
από την φύση της λειτουργεί εντός ορίων και συγκεκριμένων περιορισμών.
Η Συνείδηση «συλλαμβάνει» την Πραγματικότητα ως «ολική εμπειρία» (και όχι ως
τεχνητή λογική κατασκευή, που είναι μια «μεταθεώρηση», περιορισμένη και ανεπαρκής).
Μια τέτοια «σύλληψη» συμπεριλαμβάνει ταυτόχρονα το Είναι, την Αυτοσυνειδησία,
την αντίληψη της πραγματικότητας και την αντίληψη του αντικειμενικού…
Η Λογική από την φύση της είναι ένας
περιορισμός της «Αντίληψης». Η Λογική είναι η Δυνατότητα, καθώς και η Ικανότητα
και η Πράξη του «Ορθώς Διανοείσθαι». (Το «Ορθώς Διανοείσθαι» προϋποθέτει ένα
προσυμφωνημένο σύστημα λογικών σημείων, εννοιών, λέξεων, ή συμβατικών σημείων,
κανόνες συσχέτισης των σημείων και ορθά παραγόμενο συμπέρασμα). Αλλιώς: η
Λογικότητα αναφέρεται στην αντίληψη του αντικειμένου, στην διαδικασία
συσχέτισης των «αντικειμένων», στην βέβαιη γνώση.
Λογικά Συστήματα έχουν διαμορφωθεί πολλά από τον
άνθρωπο. Η Γλώσσα είναι το κυριότερο. Η «μαθηματική γλώσσα», η «μουσική
γλώσσα», είναι κάποια άλλα, κ.λπ.. Στα πλαίσια ενός λογικού συστήματος όπως η
γλώσσα, μπορούν να επιλεγούν «διάφορα» λογικά σημεία, ή να δοθεί διαφορετική
από την συνήθη σημασία στα λογικά σημεία, κ.λπ. Αυτό οδηγεί στην δημιουργία,
διαφορετικών θεωρήσεων της πραγματικότητας, διαφορετικών νοοτροπιών,
διαφορετικών προσεγγίσεων της ίδιας πραγματικότητας, κ.λπ. Γι’ αυτό όταν
«εκφέρεται» μία άποψη για την πραγματικότητα ή για ένα γεγονός πρέπει να
λαμβάνονται υπ’ όψιν οι συνθήκες κάτω από τις οποίες γίνεται αυτό, για να
«συλληφθεί» το αληθινό νόημα αυτών που λέγονται.
Με αυτή την έννοια η λογικότητα τείνει να καταστεί
ένα κλειστό σύστημα αντίληψης που οδηγεί σε αποκρυστάλλωση της αντίληψης της
πραγματικότητας, σε απολίθωμα. (Η αναθεώρηση του περιεχομένου των λογικών
σημείων οδηγεί μόνο σε διαφοροποίηση κι όχι σε απελευθέρωση της αντίληψης).
Η «Έσχατη Πραγματικότητα», το «Καθαρό Είναι»,
βρίσκεται πέραν της λογικής ανάλυσης… Όταν «Αυτά» γίνονται λογικά σημεία,
έννοιες, ειδωλοποιούνται, δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα.
Η Συνείδηση μπορεί να συλλάβει την Πραγματικότητα
πέραν της λογικότητας, της κατάφασης ή της άρνησης, σε ένα άλλο επίπεδο κατανόησης.
Η Απελευθέρωση της Συνείδησης δεν έρχεται μέσω διαδικασίας. Στην πραγματικότητα
όλα αυτά πρέπει να απορριφθούν ( μέσω της κατανόησης και όχι μέσω μιας βίαιης
διαδικασίας)… Η Συνείδηση όταν επαφίεται στην αυθόρμητη δραστηριότητά
της απορρίπτει όλες τις λογικές διαδικασίες… Αγγίζει την Έσχατη Πραγματικότητα.
Λόγος
Η Συνείδηση είναι η Αρχή του Όντος (της Αντίληψης
του Είναι), της Γνώσης, της Αλήθειας…
Λόγος είναι η «Συνείδηση ως περιεχόμενο», η
ενσυνείδητη σκέψη, η λογική σκέψη (η δομημένη σύμφωνα με κάποιους κανόνες), η
λογική. Είναι σκέψη και ταυτόχρονα σύστημα έκφρασης και επικοινωνίας των
ανθρώπων με λέξεις… γλώσσα… αλλά και γραπτή διατύπωση. Ειδικότερα η γλώσσα
είναι ένα σύστημα, σύνολο λογικών σημείων (εννοιών, λέξεων, γραπτών σημείων)
που μπορούν να συσχετιστούν με ορισμένους κανόνες (λογική) για να δομηθεί μια
αντίληψη της πραγματικότητας ή ενός αντικειμένου. Με αυτή την έννοια η γλώσσα
μπορεί να συμπεριλάβει ό,τι είναι ή ό,τι μπορεί να γίνει γνωστό… Το
λογικό σημείο αναλύεται σε σημαίνον σημείο και σημαινόμενο «περιεχόμενο». Η
σχέση ανάμεσα στο σημαίνον και το σημαινόμενο είναι συμβατική, μπορεί
να είναι επακριβώς προσδιορισμένη ή μπορεί να είναι λιγότερο ή περισσότερο
αόριστη. Έτσι στα πλαίσια της γλώσσας γίνεται διαφορετική χρήση των λογικών
σημείων. Με αυτόν τον τρόπο προκύπτουν αυστηροί λογικοί κώδικες (οι
επιστημονικοί κώδικες) ή απλά συστήματα ερμηνείας (ερμηνευτικές, όπως οι
κώδικες των τεχνών, στα πλαίσια των οποίων τα λογικά σημεία επιδέχονται
διάφορες ερμηνείες)…
Η Αυθεντική Θρησκευτική Γλώσσα ανήκει σε
μια άλλη κατηγορία, είναι μια Μεταγλώσσα… Η Έσχατη Πραγματικότητα
μπορεί μόνο να βιωθεί, ως το Έσω, το Ίδιο Είναι, το Καθαρό Είναι της
Συνείδησης, όχι όμως να γίνει «αντικείμενο» (και να ενταχθεί στα πλαίσια της
νόησης και «μιας» γλώσσας). Η Έσχατη Πραγματικότητα είναι Αδιανόητη, δεν μπορεί
να γίνει λογικό σημείο… (έννοια, λέξη)…
Όταν γίνεται αναφορά στην Έσχατη Πραγματικότητα
(ως το Απόλυτο, το Καθαρό Είναι, το Άπειρο, το Αιώνιο, κ.λπ.) γίνεται χρήση
απλών συμβόλων που «ωθούν» την Συνείδηση «έξω» της νόησης, στην βίωση Αυτής της
Πραγματικότητας, δεν είναι λογικά σημεία που μπορούν να ενταχθούν μέσα στην
νόηση… Όταν «αυτά» γίνονται έννοιες, λέξεις, κι εντάσσονται μέσα σε μια συλλογιστική,
δεν έχουν σχέση με την Πραγματικότητα…
Ανάλογα τώρα με το πώς «θεωρείται» η
Πραγματικότητα (η οποία μπορεί μόνο να βιωθεί και όχι να γίνει λογικό σημείο)
σε σχέση με την πραγματικότητα που μπορεί να συλληφθεί, (να γίνει αντικείμενο
της νόησης, αντίληψη «πραγματικότητα»), μπορεί να δομηθεί μια «αντίληψη», μια
«κοσμοθεωρία»… Το Απόλυτο μπορεί να θεωρηθεί ως η Μόνη Πραγματικότητα, ή ως η
Δημιουργός Αιτία της πραγματικότητας, ή ως Παράλληλη Πραγματικότητα με τον
«κόσμο», ή να θεωρούνται «αυτά» ως ξεχωριστές πραγματικότητες… Όλα αυτά είναι
απλές ανθρώπινες κατασκευές που σκοπό έχουν να «οδηγήσουν» στην εμπειρία της
πραγματικότητας, στην Αλήθεια. Όταν επιτευχθεί αυτό δεν έχουν λόγο ύπαρξης…
Όλες οι θρησκείες μπορούν να αναχθούν σε κάποιο
τύπο κοσμοθεωρίας… Ο Αυθεντικός Θρησκευτικός Λόγος των θρησκειών, η
κοσμοθεωρία, ο λόγος εντός της κοσμοθεωρίας έχει σκοπό να οδηγήσει στην Βίωση
της Πραγματικότητας, δεν περιέχει την Αλήθεια αυτός καθ’ εαυτός. Μόνο με αυτή
την έννοια είναι φορέας της Αλήθειας, και όχι ως λογική διατύπωση. Αν δεν
οδηγεί στην Βίωση της Πραγματικότητας είναι απλώς μόνο λόγια… Έτσι ο Αυθεντικός
Θρησκευτικός Λόγος αποτελεί μια Μεταγλώσσα, εννοεί κάτι διαφορετικό από αυτό
που λέει ως απλή λογική διατύπωση. Γι’ αυτό και πρέπει να «γίνεται αντιληπτός».
(Με αυτόν τον τρόπο ο Λόγος αναφέρεται στον Θρησκευτικό Κώδικα και από εκεί
αντλεί το «νόημά» του).
Ο θρησκευτικός λόγος που εκλαμβάνει την Έσχατη
Πραγματικότητα ως λογικό σημείο και την εντάσσει σε νοητική κατασκευή
(θεολογία), σε θρησκευτική ηθική και σε κοινωνική
συμπεριφορά, δεν έχει καμιά σχέση με την Πραγματικότητα, την Γνώση, την
Αλήθεια: είναι νοητική, κοσμική, αντίληψη και δραστηριότητα. Αυτός ο λόγος
είναι μια ερμηνευτική, ένα ανοιχτό σύστημα λογικών σημείων που μπορεί να
υποστηρίζει διάφορες απόψεις. (Από εδώ πηγάζουν οι διάφορες ερμηνείες, οι
διάφορες θεολογίες στα πλαίσια μιας θρησκείας, κ.λπ…). Με αυτή την
εκκοσμικευμένη έννοια η θρησκεία είναι ειδωλολατρία, ύβρις απέναντι στην
Έσχατη Πραγματικότητα, μια φρεναπάτη και μια ιστορική απάτη…
Η Αλήθεια και οι αλήθειες
Όταν η Συνείδηση «αντιλαμβάνεται» την
Πραγματικότητα μπορεί να «θέσει» τον Εαυτό της σε διάφορες θέσεις σε σχέση με
το «περιεχόμενό» της, την «αντίληψή» της, το «αντικείμενο». Μπορεί να θεωρεί το
«Είναι» ως την Μόνη Πραγματικότητα, να θεωρεί το «Είναι» ως Αιτία, Πηγή, Βάση
και Όριο κάθε «είναι», να θεωρεί το «Είναι» και το «είναι» ως διαφορετικές
πραγματικότητες που όμως έχουν «σχέση», να θεωρεί το «Είναι» και το «είναι» ως
ανεξάρτητες πραγματικότητες.
Ανάλογα με την θέση που υιοθετεί η Συνείδηση,
προκύπτει μια διαφορετική Βίωση του Είναι. Όταν η Συνείδηση υιοθετεί την πρώτη
θέση τότε μόνο το «Είναι» είναι Πραγματικό ενώ όλα τα «φαινόμενα» είναι
απατηλά. Σε αυτή την Κατάσταση η Συνείδηση «ωθείται» αυθόρμητα να βιώσει το
«Είναι» απορρίπτοντας όλες τις νοητικές δραστηριότητες. (Σε αυτή την περίπτωση
η αντίληψη Ενός Απολύτου έξω από την Συνείδηση είναι απλώς μια ιδέα και δεν
έχει σχέση με την πραγματικότητα). Όταν η Συνείδηση υιοθετεί την θέση ότι το
«Είναι» και το «είναι» είναι διαφορετικά και όταν αυτοτοποθετείται στο «είναι»,
τότε αυτοπεριορίζεται μέσα σε αυτή την «αντίληψη», μέσα στην νόηση, μέσα στην
νοητική δραστηριότητα. Σε αυτή την κατάσταση η Συνείδηση δεν μπορεί εντός της
νόησης να φτάσει στο «Είναι» αφού αυτό δεν είναι δυνατόν, ούτε να ξεπεράσει την
νόηση αφού έχει αυτοπεριοριστεί σε αυτή την δραστηριότητα. Τότε, εφ’ όσον έχει
τοποθετήσει το «Είναι» έξω του «είναι», αναζητά να γεφυρώσει το χάσμα ανάμεσα
στο «Είναι» και το «είναι» και να βιώσει το «Είναι».
Η αντίληψη λοιπόν για το «Είναι» και την βίωση του
«Είναι» εξαρτάται από την θέση που θα πάρει εξ αρχής η Συνείδηση. Πάνω σε αυτή
την θέση που υιοθετεί άμεσα, η Συνείδηση δομεί όλη την μεταφυσική της εμπειρία.
Συνεπώς, πριν γίνει οποιαδήποτε «συζήτηση» περί της βίωσης του «Είναι» πρέπει
να γνωρίζουμε ποια θέση υιοθετεί η Συνείδηση. Όταν υιοθετείται μία θέση είναι
φυσικό οι άλλες θέσεις να «φαίνονται» ως μη-αληθείς.
Στην πραγματικότητα όμως όλα αυτά είναι
αυθαίρετα. Όταν η Συνείδηση εξ αρχής θέτει την Αλήθεια δεν αποδεικνύει
εκ των υστέρων παρά την Αλήθεια που υιοθέτησε. Από την άλλη μεριά έχει
πλήρη ελευθερία να θέσει την μια ή την άλλη άποψη ως αφετηρία της αντίληψής Της
και να δομήσει μια ανάλογη αντίληψη περί της πραγματικότητας και μέσω αυτής να
βιώσει το «Είναι».
Σε τελευταία ανάλυση η Συνείδηση δεν βιώνει
παρά το «Ίδιο Είναι» είτε ως «Καθαρό Είναι», είτε ως «περιεχόμενο» (οποιοδήποτε
περιεχόμενο). Οι θεωρίες είναι όλες σωστές και όλες λάθος, απλώς
ανήκουν σε άλλο χώρο από την Αλήθεια, στο χώρο της νόησης. Είναι προσωρινές
κατασκευές της Συνείδησης μέχρι να βρει «διέξοδο» προς την Αλήθεια. Η
υιοθέτηση της μιας ή της άλλης άποψης, εξαρτάται από τον βαθμό εξέλιξης της
Συνείδησης. Όταν βιωθεί το «Είναι» όλες οι προσωρινές κατασκευές περί της
πραγματικότητας καταρρέουν.
Κώδικες Επικοινωνίας
Η Συνείδηση είναι η Αρχή της Αντίληψης, της
Γνώσης, της Αλήθειας. Η Συνείδηση δομεί την Αντίληψη εκκινώντας από ορισμένες
στοιχειώδεις αντιλήψεις τις οποίες συλλαμβάνει άμεσα και τις οποίες δέχεται ως
αξιώματα (γιατί δεν μπορεί να αποδείξει με κανένα τρόπο και μάλιστα μέσω της
λογικής διαδικασίας). Έτσι η Συνείδηση υιοθετεί ευθύς εξαρχής μία θέση έναντι
του αντικειμένου, του αντικειμενικού. Δέχεται (θεωρητικά) όλες τις πιθανές
θέσεις. Δέχεται ότι η Συνείδηση είναι ο Ενιαίος Ανοιχτός Χώρος, χωρίς
σαφή όρια, που συμπεριλαμβάνει τα πάντα (ενώ ό,τι αναδύεται μέσα στην
Συνείδηση δεν είναι κάτι διαφορετικό – και συνεπώς όλες οι ταξινομήσεις
του αντικειμενικού είναι πλασματικές). Δέχεται ότι η Συνείδηση και το
αντικειμενικό είναι διαφορετικές πραγματικότητες και βρίσκεται έτσι
περιορισμένη εντός του αντικειμενικού. Αυτές είναι οι δύο ακραίες θέσεις
(η Συνείδηση «περικλείει» τον κόσμο, ή η Συνείδηση «περικλείεται» στον κόσμο)
και αν δεχτούμε ότι η Συνείδηση εξελίσσεται είτε προς την μία είτε προς την
άλλη κατεύθυνση περνά από ενδιάμεσες καταστάσεις.
Η επιλογή της μιας ή της άλλης θέσης
εξαρτάται από την ωριμότητα της Συνείδησης η οποία είναι προϊόν εξέλιξης (είτε αυτή
η εξέλιξη επεκτείνεται πέρα από τον χρόνο, είτε περιορίζεται μέσα στα όρια της
ανθρώπινης ζωής).
Είναι φανερό ότι υιοθετώντας η Συνείδηση την μια ή
την άλλη θέση δομεί μια γενικότερη αντίληψη περί της Ύπαρξης, του Εαυτού, του
κόσμου, της σχέσης Εαυτού και κόσμου, της εξέλιξης, της τελείωσης, της Αλήθειας
με λίγα λόγια. Αποτέλεσμα είναι μια ιδιαίτερη κοσμοαντίληψη. Υιοθετώντας την
μία αντίληψη η Συνείδηση αναγκαστικά απορρίπτει τις άλλες σαν λανθασμένες. Η
αντιπαράθεση δεν ωφελεί σε τίποτα. (Εφ’ όσον η Συνείδηση αξιωματικά δέχεται την
μία ή την άλλη άποψη και πάνω σε αυτή δομεί την γενικότερη αντίληψή της, δεν
έχει νόημα να αποδείξουμε το σωστό ή το λάθος της μιας ή της άλλης άποψης –
γιατί και η άλλη άποψη κι αυτή αξιωματικά δέχεται το περιεχόμενό της και πάνω
σ’ αυτό οικοδομεί την δική της γενικότερη αντίληψη). Στην πραγματικότητα η
Συνείδηση είναι Ελεύθερη να υιοθετήσει την μια ή την άλλη άποψη, να απορρίψει
προηγούμενες απόψεις, να δομήσει νέες απόψεις, κ.λπ. Αν δεχτούμε ότι η
Συνείδηση «εξελίσσεται» προς την πιο ολοκληρωμένη αντίληψη, προς την
Τελική Γνώση, προς την Ύστατη Αλήθεια, τότε πρέπει να πάμε πέρα από όλες τις
αντιλήψεις… Εδώ αρχίζει το Ακατάληπτο… το μη Ονομαζόμενο… η Αληθινή Ζωή…
Η Συνείδηση στην «πορεία» της προς το Υπέρτατο
μπορεί να υιοθετήσει διαδοχικά πολλές απόψεις (για την σχέση της με το
αντικειμενικό). Όμως αυτά είναι προσωρινές κατασκευές που
όταν οδηγούν την Συνείδηση στην Κατανόηση αυτοκαταργούνται για να
είναι δυνατή η δόμηση μιας πιο ολοκληρωμένης αντίληψης μέχρι να φτάσουμε πέραν
των αντιλήψεων. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει καμιά πορεία, καμιά εξέλιξη. Η
Συνείδηση είτε βρίσκεται πέραν, είτε βρίσκεται εντός κάποιας αντίληψης,
περιπλανιέται μέσα στον χώρο της αντίληψης, των αντιλήψεων. Όσο κινείται μέσα σε
αυτόν τον χώρο δεν συλλαμβάνει την Ύστατη Αλήθεια.
Η Συνείδηση που δεν κατανοεί την Ύστατη Αλήθεια
και βρίσκεται μέσα στον χώρο της αντίληψης είναι υποχρεωμένη να έχει μια θέση
έναντι του αντικειμενικού, να δομεί μια γενικότερη αντίληψη περί της ύπαρξης,
της ζωής, κ.λπ. Αυτή η ιδιαίτερη αντίληψη που αντλεί τα στοιχεία της από τον
Λόγο, την λογική, την γλώσσα (που σαφώς είναι ευρύτερος «χώρος») συνιστά ένα
συγκεκριμένο κώδικα επικοινωνίας που είναι κατανοητός σε όσους δέχονται την
ίδια άποψη, αλλά όχι στους υπόλοιπους (από εδώ άλλωστε πηγάζει η σύγκρουση των
ιδιαίτερων απόψεων που μπορεί να ανέχονται ή να μην ανέχονται το
«διαφορετικό»). Τέτοιοι κώδικες επικοινωνίας είναι οι διάφορες μεταφυσικές
απόψεις και διάφορες επιστήμες, ακόμα και «συγκροτημένες πεποιθήσεις».
Αυτό που έχει σημασία για την επικοινωνία
είναι να γνωρίζουμε σε ποιο κώδικα επικοινωνίας μιλάμε (γιατί αν χρησιμοποιούμε
διαφορετικούς κώδικες δεν έχει νόημα να μιλάμε – ένας «μυημένος» σε μια
μεταφυσική άποψη δεν μιλά την ίδια γλώσσα με κάποιον που απλώς άκουσε γι’
αυτήν, ούτε ένας «βουδιστής» μιλά την ίδια γλώσσα με έναν «χριστιανό» - και το
αν μπορούμε να ανεχτούμε τις διάφορες απόψεις ή όχι είναι απλώς δείγμα
κοινωνικής συμπεριφοράς).
Εξ άλλου όταν μιλάμε για επιστήμη δεν θα πρέπει
να δεχόμαστε οπωσδήποτε ένα σύνολο γνώσεων που απλώς ονομάστηκε επιστήμη και
διδάσκεται στα πανεπιστήμια από τους φωτισμένους στους νεοφώτιστους ως η
αντικειμενική αλήθεια (η θεολογία με ποια κριτήρια είναι επιστήμη; Η ψυχολογία
που δεν μπορεί να ορίσει, να προσδιορίσει, να συλλάβει το αντικείμενό της, την
ψυχή, πώς καθίσταται επιστήμη;).
Πέρα λοιπόν από το ποιο κώδικα
χρησιμοποιούμε για να επικοινωνήσουμε, πέρα από το αν ο κώδικας έχει όντως
ισχύ, οφείλουμε να διερευνούμε συνεχώς αν η αντίληψη ανταποκρίνεται στην
τρέχουσα αντικειμενικότητα ή έχουμε παγιδευτεί σε απολιθωμένες κατασκευές.
Απαιτείται λοιπόν Ενεργός Συνείδηση.